Μενού Κλείσιμο

ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΗΜΩΝ ΠΛΟΙΩΝ ΤΗΣ ΘΗΡΑΣ (1500 π.Χ.)

Ένας τομέας στον οποίο οι τεχνολογικές επιτεύξεις υπήρξαν εξίσου εντυπωσιακές με άλλους είναι αυτός της ναυπηγικής, στον οποίο θα αναφερθούμε και στη συνέχεια. Από πολύ παλιά εμφανίστηκαν στον ελληνικό χώρο πλοία μοναδικής ναυπηγικής τελειότητας. Όταν στα 1973 ο καθηγητής Σπ. Μαρινάτος διενεργούσε ανασκαφές στο Ακρωτήρι της Θήρας,, ανάμεσα στα άλλα θαυμαστά έργα που έφερε στο φως ήταν και οι υπέροχες τοιχογραφίες που αφορούσαν επτά καλοζωγραφισμένα πλοία της περιόδου 1600 – 1500 π.Χ. Είναι τόσο πολλές οι γνώσεις που μας προσφέρουν αυτές οι τοιχογραφίες για τα πλοία εκείνης της περιόδου, που δίκαια χαρακτηρίστηκαν μοναδικές. Οι αναπαραστάσεις των «πλοίων της Θήρας» μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι οι Κρήτες ή Μυκηναίοι της εποχής είχαν φτάσει σε θαυμαστά επίπεδα ναυπηγικής. Τα πλοία αυτά θεωρούνταν από τους σύγχρονους ειδικούς πολύ προωθημένης τεχνογνωσίας για την εποχή που εμφανίζονται και η ύπαρξή τους ανατρέπει όλα τα γνωστά δεδομένα για τη γεωγραφία, τα ταξίδια και τις θαλάσσιες δραστηριότητες γενικώς. Το όλο φαινόμενο αποκτά ιδιαίτερη σημασία από το γεγονός ότι η ναυπηγική τέχνης στους επόμενους αιώνες έφθινε για να αρχίσει να αναπτύσσεται εκ νέου γύρως στα 600 π.Χ., δηλαδή περίπου 1000 χρόνια αργότερα.

Είναι πολλά τα ερωτήματα που προκύπτουν: τι δυνατότηες πλεύσεως είχαν αυτά τα σκάφη, πελαγοδρομούσαν ή εκαναν μόνο περίπλους, πόση χωρητικότητα είχαν, ποια ήταν η μέση ταχύτητά τους, χρησιμοποιούσαν όργανα ναυσιπλοϊας και ποια, μέχρι που είχαν φτάσει οι ναυτικοί που τα κυβερνούσαν; Ένα πλήθος ερωτημάτων που τώρα μόλις αρχίζουμε να τ’ απαντούμε και να τα ξεδιαλύνουμε` για παράδειγμα, είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι οι αρχαίοι έλληνες ναυτικοί είχαν φτάσει στη Βόρεια Ευρώπη από τις αρχές της 2ης π.Χ. χιλιετηρίδας.

 

ΝΑΥΠΗΓΗΣΗ ΤΡΙΗΡΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ (650 π.Χ.)

Ανάμεσα στα 650-610 π.Χ. πρωτοναυπηγείται στην Κόρινθο (ή στη Σάμο) από τον Κορίνθιο Αμεινοκλή η αρχαία τριήρης. Αποκορύφωμα της αρχαίας ναυπηγικής η τριήρης έγινε το σύμβολο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας τόσο για την υπέροχη εμφάνισή της όσο και για την τελειότητα της κατασκευής της. Δίκαια θεωρείται το περιφημότερο πλοίο της αρχαίότητας και η κατασκευή του συνέβαλε στην εδραίωση της αθηναϊκής θαλασσοκρατίας.

Τριήρης “ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ”. Μια ελληνική τριήρης πλέει ξανά ύστερα από 2.500 χρόνια στα ελληνικά ύδατα.

Η τελική μορφή, εξελικτικά, της τριήρους (τέλη 5ου αι. π.Χ.) είχε τα παρακάτω χαρακτηριστικά: 37 μ. Μήκος, 5,20 μ. Πλάτος, 1,50 μ. Βύθισμα και εκτόπισμα περίπου 70 τόνους. Συνολικό πλήρωμα 210-216 άνδρες από τους οποίους οι 170 ήσαν κωπηλάτες, 84 ανά πλευρά, κατανεμημένοι σε τρεις σειρές. Ανώτατη ταχύτητα 9-12 μίλια ανά ώρα. Την ανώτατη διαοίκηση του πλοίου ασκούσε ο τριήραρχος με τη βοήθεια 5 αξιωματικών και 4 υπαξιωματικών. Για την ιστοπλοϊα η τριήρης έφερε έναν κύριο ιστό με μεγάλο τετράγωνο πανί και έναν ακόμη μικρότερο προς την πλώρη, τον ακάτιο, με μικρότερο πανί. Η πηδιαλιούχηση γινόταν με δυο τιμόνια, σε μορφή πολύ πλατιών κουπιών, που υπήρχαν ένα σε κάθε πλευρά της πρύμνης. Ο κύριος οπλισμός αυτού του ευέλικτου και ταχύτατου πολεμικού σκάφους ήταν το φοβερό έμβολο της πλώρης με μεταλλική ισχυρή επένδυση. Διέθετε επίσης διάφορα εκηβόλα όπλα, στα οποία αργότερα – αρχές του 4ου αι. π.Χ. – προστέθηκαν καταπέλτες και δελφίνες.

Τα πλοία αυτά στις 28 Σεπτεμβρίου 480 π.Χ. συνέτριψαν στη Σαλαμίνα τους Φοίνικες και τους Πέρσες και σφράγισαν με την παρουσία τους τη Μεσόγειο, μετατρέποντάς τη σε μια «ελληνική θάλασσα». Όλοι οι κωπηλάτες της ήσαν ελεύθεροι πολίτες των Αθηνών και όχι σκλάβοι, η δε εργασία τους σ’ αυτήν ήταν μισθοδοτούμενη από το κράτος.

 

«ΣΥΡΑΚΟΥΣΙΑ», ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΠΛΟΙΟ ΨΥΧΑΓΩΓΙΑΣ (240 π.Χ.)

Στη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου και ανάμεσα στους Διαδόχους, απογόνους και κυβερνήτες της τεράστιας αυτοκρατορίας του Αλεξάνδρου, αναπτύχθηκε ένας εξαντλητικός ανταγωνισμός που αφορούσε τη ναυπήγηση τεράστιων πλοίων μεγάλης χωρητικότητας, πλοίων κυρίως πολεμικών αλλά και ψυχαγωγικών. Πολύ σύντομα αυτή η προσπάθεια οδήγησε σε αδιέξοδο, μας άφησε όμως την περιγραφή κάποιων κολοσσιαίων πλοίων, που ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζουν. Το εντυπωσιακότερο από αυτά, ένα πλοίο ψυχαγωγίας, ήταν η Συρακουσία, η «Κυρία των Συρακουσών», που συνδύαζε την άνεση, τη μεταφορά εμπορικών φορτίων και την πολεμική εξέλιξη παράλληλα. Τη μοναδική περιγραφή του πλοίου έγραψε ο Μοσχίων. Δυστυχώς, το έργο του χάθηκε, αλλά μια εκτεταμένη περίληψή του έκανε ο Αθήναιος.

Κατασκευαστής – ναυπηγός του πλοίου ήταν ο Αρχίας κατ’ εντολήν του Ιέρωνα, τυράννου των Συρακουσών` το μήκος του ήταν 80 μ., είχε εκτόπισμα 4.000 τόνους περίπου και αποτελούνταν από τρία καταστρώματα. Χρειάστηκε ξυλεία ίση με την κατασκευή 60 τριήρεων (!) που στερεώθηκε και συναρμολογήθηκε με καρφιά βάρους από 0,66 κιλά έως 4,4 κιλά το καθένα (δηλ. 10 μνων). Το παραπάνω κατάστρωμα ήταν κατάφορτο από πολεμικές μηχανές (καταπέλτες, βαλλίστρες, χελώνες, πύργους, άγκιστρα κ.λπ.) και το φρουρούσε ισχυρό σώμα στρατιωτών. Το δεύτερο κατάστρωμα είχε ψυχαγωγικο χαρακτήρα και περιλάμβανε πλήθος από πολυτελείς κατασκευές, λουτρά, ναό της Αφροδίτης, γυμναστήρια, κήπους, πέργκολες με αναρριχώμενα λουλούδια, σχολαστήριο (πεντάκλινη αίθουσα διαμονής), βιβλιοθήκη και πολλά άλλα που είναι αδύνατο να περιγραφούν. Τέλος, το τρίτο κατάστρωμα ήταν για το βοηθητικό προσωπικό και εκεί υπήρχαν όλοι οι βοηθητικοί χώροι, οι αποθήκες εφοδιασμού, εργαλεία και αντλιοστάσιο, δεξαμενές νερού, στάβλοι για τα άλογα, τα ξυλουργεία, οι φούρνοι, οι μύλοι και πολλά άλλα. Μπορούσε να μεταφέρει τεράστιες για την εποχή εκείνη ποσότητες τροφίμων. Όμως αυτό το πλεούμενο νησί ήταν δυσκίνητο και δεν μπορούσε να μπει σε κάποιο λιμάνι λόγω του μεγάλου εκτοπίσματός του. Έκανε ένα μόνο ταξίδι, από τις Συρακούσες στην Αλεξάνδρεια, όπου ο Ιέρων το χάρισε στον Πτολεμαίο, ο οποίος το μετονόμασε Αλεξάνδρεια.

ΠΗΓΕΣ:

Εργασία στο μάθημα της Ιστορίας της Τεχνολογίας, «Η ΝΑΥΠΗΓΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ», των σπουδαστών Παγώνη Γιάννη και Καλαντζή Χρήστου, ύπο την επίβλεψη του καθηγητή κ. Χόνδρου, Πολυτεχνική Σχολή Πατρών, Τμήμα Μηαχνολόγων & Αεροναυπηγών Μηχανικών, Πάτρα, Ιανουάριος 2002.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

  • Lionel Casson, Ships and Semanship in the Ancient World, Princeton, 1971.
  • Ευάγγελου Σταμάτη, Αρχιμήδους Άπαντα, τομ. Α’, 41-51.
  • S. Morrison – J.F. Coats, Athenian Trireme Cambridge University Press, 1986.
  • J.F. Coats «Η αρχαία ελληνική τριήρης και η αναπαράστασή της», ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ, τευχ. 96 (Μάιος 1987), 10-15.
  • Μάριου Γ. Σίμψα, Ιστορία του Ελληνικού Ναυτικού, τομ. 4, Αθήνα, 1982.
  • Werner Soedel / Vernard Foley, «Ancient Oared Warchips», SCIENTIFIC AMERICAN, (April 1981), 116-129.
  • Lionel Casson, The Ancient Mariners – Seafares and Dea Fighters of the Mediterranean in Ancient Times, New York, 1959.