Μενού Κλείσιμο

ΒΑΣΙΛΕΙΑ

Στην Σπάρτη η βασιλεία ήταν διπλή, δηλαδή υπήρχαν δύο κληρονομικοί βασιλείς από δύο γένη, το γένος των Αγιαδών και το γένος των Ευρυπωντιδών. Το γένος των Ευρυπτωντιδών θερούνταν κατώτερο αυτού των Αγιαδών, παρ’ όλα αυτά τα δύο βασιλικά γένη είχαν ίσα δικαιώματα και ίση εξουσία. Δικαίωμα διαδοχής στον θρόνο είχε ο πρωτότοκος γιός του βασιλιά, ή αν ο βασιλιάς είχε ήδη γιούς πριν την ανάληψη της βασιλείας και αποκτούσε άλλους μετά την ανάληψη, τότε δικαίωμα διαδοχής είχε ο πρώτος πορφυρογέννητος γιός.

Βασικές προϋποθέσεις για τον διάδοχο είναι να είχε μητέρα Σπαρτιάτισσα και να είναι αρτιμελής. Εάν δεν υπήρχαν γιοί ή οι υπάρχοντες ήταν ανίκανοι για κάποιον από τους ανωτέρω λόγους να κληρονομήσουν την βασιλεία, τότε ανέβαινε στον θρόνο, ο πιο κοντινός από αρρενογονία συγγενής του βασιλέως. Αυτός, αν και όσο ήταν ανήλικος ο βασιλεύς, ασκούσε την αντιβασιλεία, ως Πρόδικος. Στα κρατικά έγγραφα οι βασιλείς ονομάζονταν Αρχαγέται ή Βαγοί.

 

ΤΙΜΕΣ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

Στους βασιλείς της Λακεδαίμονος αποδίδονταν πολλές τιμές, λίγη όμως εξουσία. Τους τιμούσαν ως ήρωες και ήταν μεγάλο αδίκημα «το επιβάλλειν χείρα εις αυτούς». Οι βασιλείς σιτίζονταν δημοσία δαπάνη, μέγιστη τιμή, και λάμβαναν διπλή μερίδα στα κοινά συσσίτια. Επιπλεόν, οι βασιλείς λάμβαναν τα δέρματα όλων των θυσιαζόμενων ζώων. Επίοης, λάμβαναν από κάθε γέννα μιας θηλυκής γουρούνας ένα χοιρίδιο. Εάν κάποιος από τους Σπαρτιάτες τελούσε δημοτελή θυσία, προσκαλούσε τιμής ένεκεν τους βασιλείς. Σε όλους τους αθλητικούς αγώνες είχαν την τιμητική προεδρία και όλοι «υπανίσταντο» (σηκώνονταν απο τα καθίσματά τους) κατά το πέρασμά τους, εκτός από τους Εφόρους που κάθονταν πάνω στους εφορικούς δίφρους.

 

ΚΗΔΕΙΑ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

Όταν ένας βασιλιάς πέθαινε, ιππείς έκαναν γνωστό το γεγονός σε όλη την Λακωνική, ενώ στις πόλεις γυναίκες κρατούσαν χάλκινους λέβητες. Μόλις γινόταν γνωστός ο θάνατος, σε κάθε οικογένεια δύο άγαμα μέλη, ένας άνδρας και μια γυναίκα, έπρεπε να ντυθούν με πένθιμα ρούχα. Από όλη την Λακωνική και την Μεσσηνία έρχονταν Περίοικοι και Είλωτες ντυμένοι με μαύρα ρούχα, για να παρακολουθήσουν την κηδεία, θρηνώντας τον θανόντα βασιλέα. Αν ο βασιλιάς πέθαινε ή σκοτωνόταν σε πολεμική εκστρατεία και ήταν αδύνατο να κομισθεί ο νεκρός στην Σπάρτη, τότε κατασκεύαζαν ένα είδωλο αυτού, το τοποθετούσαν σε καλοστρωμένο κρεβάτι και το έθαβαν, αναλόγως τους γένους του βασιλέως. Αν ήταν Αγιάδης στους τάφους των Αγιαδών και αν ήταν Ευρυπωντίδης στους τάφους των Ευρυπωντιδών..

Πενθούσαν επί δέκα ημέρες, κατά την διάρκεια των οποίων τα πάντα ήταν σε αργία. Με την πάροδο του δεκαημέρου πένθους ανελάμβανε την βασιλεία ο διάδοχος με εισητηρίους θυσίας, και άλλες τελετές. Τότε χάριζε και τα χρέη των οφιελόντων στον θανόντα βασιλέα ή το Δημόσιον των Σπαρτιατών.

 

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

Στο απώτερο παρελθόν οι βασιλείας των Λακεδαιμονίων είχαν όλη την ιερατική, δικαστική και στρατιωτική εξουσία. Με την πάροδο του χρόνου η εξουσία τους περιορίσθηκε, έτσι εκτελούσαν μόνο μερικά από τα ιερατικά έργα. Θυσίαζαν τις προβλεπόμενες υπέρ της πόλεως θυσίες, καθώς και τις ρητών κατανομαζόμενες θυσίες στον Απόλλωνα, κατά την πρώτη και την έβδομη κάθε μηνός.

Στην αρχή κάθε στρατιωτικής εκστρατείας ο βασιλιάς θυσίαζε στο σπίτι του υπέρ του Διός, και όταν έφθανε στα σύνορα της Λακωνικής χώρας, υπέρ του Διός και της Αθηνάς. Κατά την διάρκεια του πολέμου είχε ακώλυτη την εξουσία για κάθε θυσία, ενώ το δημόσιο ταμεία παρείχε τα Ιερεία, δηλαδή τις δαπάνες. Επίσης, είχαν την αρμοδιότητα να εξελέξουν από δύο άνδρες, οι οποίοι παρελάμβαναν και μετέφεραν του Δελφικούς χρησμούς στην Σπάρτη, τους Πυθίους.

Όσο αφορά τις στρατηγικές τους αρμοδιότητες, έως το 510 π.Χ. τον στρατό ηγούνταν και οι δύο βασιλείας και εξεστράτευταν και οι δύο. Τότε θεσπίστηκε νόμος που επέτρεπε μόνο σε έναν από τους 2 να εξέρχεται της πόλεως και να ηγείται του στρατού. Μέχρι τα χρόνια του Ηροδότου, οι βασιλείς της Σπάρτης είχαν την εξουσία να κηρύττουν πόλεμο κατά οποιούδήποτε εχθρού. Από τον 4ο π.Χ. αιώνα έχαν αυτό το δικαίωμα και είχαν το δικαιώμα να ηγηθούν και να εκστρατεύσουν μόνον όταν και όπου η Πόλις αποφάσιζε.

Κατά τις πολεμικές εκστρατείες, οι βασιλείς αποφάσιζαν για κάθε πράξη, ενέργεια και κίνηση του στρατεύματος, και ήταν απόλυτοι κύριοι ζωής και θανάτου. Οι δύο Έφοροι που τους ακολοθούσαν στην εκστρατεία, είχαν το δικαίωμα να τους συμβουλεύσουν μόνον όταν οι βασιλείς τους καλούσαν.

Με την πάροδο του χρόνου περιορίστηκε η εξουσία τους και στον στρατιωτικό τομέα, ιδίως από τότε που η Σπάρτη καθίδρυσε πολεμικό ναυτικό, με στρατηγούς πολλές φορές να αναλαμβάνουν την εξουσία του στρατεύματος.

Στην εκτελεστική εξουσία, οι βασιλείς λάμβαναν μέρος στην Γερούσια και ψήφιζαν σε αυτήν, συντελώντας στην λήψη των αποφάσεωνς της, αλλά έπαυσαν να είναι κύριοι της Πολιτείας, από τότε που οι Έφοροι ανέλαβαν την εκτελεστική εξουσία.

 

ΓΕΡΟΥΣΙΑ

Η Σπαρτιατική Γερουσία αντλούσε το όνομά της από την Λυκούργειο Ρήτρα. Τα μέλη της, κατά την διάταξη του Θεόπομπου που την πρόσθεσε στην ρήτρα του Λυκούργου, αποκαλούνταν Πρεσβυγενείς.

Κατά του ιστορικούς χρόνους την Γερουσία αποτελούσαν 28 άνδρες, στους οποίους προσθέτονται οι βασιλείς, και αργότερα οι Έφοροι. Δικαίωμα προς εκλογή στην Γερουσία είχαν μόνον οι άριστοι από τους πολίτες, και μόνο εφ’ όσον είχαν υπερβεί το εξηκοστό έτος της ηλικίας τους. Και αυτό γιατί στην ηλικία αυτήν πλέον δεν στρατεύονταν. Η εκλογή των υποψηφίων γινόταν δια βοής και όχι με ψηφοφορία.

Η θητεία των Γερουσιαστών ήταν ισόβιος. Η Γερουσία είχε την υποχρέωση να εισάγει τα εισερχόμενα στην Απέλλα μηνύματα, ήταν εκτελεστική αρχή των νόμων και των διαταγμάτων που ψηφίζονταν και παράλληλα, η «Γερουσία με τους Εφόρους και τους βασιλείς διουκούσαν όλο το κράτος τοις των Λακεδαιμονίων Πολιτείας».

 

ΑΠΕΛΛΑ

Απέλλα ονομαζόταν η μηνιαίως αθροιζόμενη εκκλησία των Σπαρτιατών, κατά την Λυκούργο Ρήτρα. Η συγκέντρωση των πολιτών της Σπάρτης σε Απέλλα γινόταν σε περιοχή μεταξύ Βαθήκας και Κνακίωνος, ονομαζόμενη Σκιάδα, της πρωτεύουσας της Λακεδαίμονος. Στην Απέλλα είχαν δικαίωμα να λάβουν μέρος μόνον Σπαρτιάτες πολίτες που είχαν ηλικία άνω των τριάντα ετών. Κατά την συνεδρίαση της Απέλλας οι λαμβάνοντες μέρος ήταν καθισμένοι, όπως γινόταν και στις άλλες ελληνικές πόλεις. Τα παλαιότερα χρόνια στην Απέλλα προήδρευαν οι βασιλείας, ενώ στα ιστορικά χρόνια οι Έφοροι.

Οι εξουσίες της Απέλλας, δηλαδή των Σπαρτιατών πολιτών, ήταν πολλές και σημαντικές. Αποφάσιζε για πόλεμο η ειρήνη, για εκστρατείες και σπουδές, αλλά και για τις σχέσεις της Σπάρτης προς άλλες Ελληνικές πόλεις-κράτη. Επιπλέον, όριζε ποιός θα ήταν ο ηγεμών κάθε εκστρατευτικού σώματος, εξέλεγε τους Γερουσιαστές, τους Εφόρους και έκρινε τις αντίθετες απόψεις για την βασιλεία. Τέλος, αποφάσιζε για την απελευθέρωση Ειλώτων και ψήφιζε γενικώς τους εισερχομένους νόμους.

 

ΕΦΟΡΟΙ

Η συναρχία των Εφόρτων αποτελείται από πέντε άνδρες. Από αυτόυς ο πιο επώνυμος, ήταν ο προϊστάμενος των άλλων. Αποφάσιζαν όμως κατά πλειοψηφία.

Από την εποχή που έπαψαν να διορίζονται από τους βασιλείς, οι έφοροι εκλέγονταν από τον Δήμο, από όλους δηλαδή τους Σπαρτιάτες πολίτες άνω των τριάντα ετών, ενώ η θητεία τους ήταν ενιαύσιος (ενός έτους). Η ανάληψη της αρχής από τους νεοεκλεγμένους Εφόρους γινόταν κατά την φθινοπωρινή ισημερία. Με το πέρασμα του χρόνοι η εξουσία των Εφόρων αυξήθηκε.

Οι Έφοροι είχαν την εξουσία να συγκαλούν και να προεδρεύουν στην Απέλλα, αλλά και στη Γερουσία. Οι Έφοροι με την Γερουσία ήταν το κύριο όργανο της Διοικήσεως της Λακεδαίμονος. Η Γερουσία ψήφιζε και οι Έφοροι εκτελούσαν τους νόμους που είχαν ψηφισθεί. Οι Έφοροι, επίσης, εισήγαγαν στην Γερουσία προς εκδίκαση όλες τις υποθέσεις διαφόρων εγκλημάτων, και εν συνεχεία εκτελούσαν τις αποφασισμένες ποινές. Ακόμη, με τους Γερουσιαστές, οι Έφοροι δίκαζαν και τους ίδιους τους βασιλείς τους, και είχαν την εξουσία από τους νόμους της Σπάρτης να τους προφυλακίζουν μέχρι την ημερομηνία της δίκης τους.

Οι Έφοροι, ως εκτελεστική αρχή, αναλάμβαν την εκτέλεση των αποφάσεων της Γερουσίας και της Απέλλας και σε ότι αφορούσε τις εξωτερικές υποθέσεις του κράτους. Είχαν την αρμοδιότητα να δεχτούν και να διαπραγματευτούν με τους πρέσβεις των ξένων πόλεων ή την εξουσία να τους αποπέμψουν εκτός συνόρων της Λακωνικής. Παράλληλα, είχαν την κριτική ευχέρεια να παρουσίασουν ή όχι τους ξένους πρέσβεις στην Απέλλα.

Κατά την διάρκεια πολέμου οι Έφοροι εξέδιδαν την διαταγή της επιστρατεύσεως και όριζαν τις ηλικίες που έπρεπε να επιστρατευθούν. Επίσης, διέτασσαν τον αρχηγό των στρατευμάτων που είχε ορίσει η Απέλλα, να εκστρατεύσει.

Προεδρεύοντας στην Γερουσία και στην Απέλλα, οι Έφοροι ήταν σε άμεση επικοινωνία με τους αρχηγούς του στρατού και διέτασσαν αυτούς περί του πρακτέου (όχι βεβαίως πως θα αναπτύξουν το στράτευμα και πως θα πολεμήσουν) και μπορούσαν εν ανάγκη να τους ανακαλέσουν.

Οι Έφοροι είχαν την επιμέλεια της αγωγής των εφήβων. Για διάστημα δέκα ημερών οι Σπαρτιάτες έφηβοι είχαν την υποχρέωση να παρουσιάζονται γυμνοί ενώπιον των Εφόρων «προς δοκιμασία». Εκείνοι ήταν επίσης που εξέταζαν, αλλά και μεριμνούσαν για την ένδυση και την στρώμνη των νέων. Επίπλέον, αν κάποιος από τους παίδες ή τους εφήβους δεν υπάκουε ή ύπεπιπτε σε άλλο μεγάλο παράπτωμα, τότε ο Παιδονόμος τον παρουσίαζε στους Εφόρους, οι οποίοι αν τον έκριναν ένοχο τον τιμωρούσαν αυστηρότατα. Επί προσθέτως, οι Έφοροι επέλεγαν από τους πιο ακμαίους νέους και τους τρεις Ιππαγρέτες.

Η εξουσία των Εφόρων επεκτείνονταν σαφώς και στους άνδρες. Επιτηρούσαν και είχαν από τους νόμους το δικαίωμα να τιμωρούν κάθε Σπαρτιάτη που έβλεπαν να πράττει κάτι παράνομο. Ήταν κύριοι να παύουν τους άρχοντες διαρκούσης της θητείας τους, να προφυλακίζουν και να τους παραπέμπουν σε δίκη. Οι άρχοντες όφειλαν μετά το πέρας της θητείας τους να δώσουν λόγο των πεπραγμένων τους στους Έφορους. Υπό τον έλεγχο των πέντε Εφόρων ήταν σαφώς και οι βασιλείς της Σπάρτης, των οποίων την διαγωγή ήλεγχαν και στην παραμικρή λεπτομέρεια. Κάθε μήνα, οι Έφοροι με τους βασιλείς έδιναν «προς αλλήλους» όρκους, ο βασιλιάς ότι θα βασιλεύσει σύμφωνα με τους νόμους της Σπάρτης και οι Έφοροι ότι θα στηρίζουν την σύμφωνη με τους νόμους βασιλεία.

Οι Έφοροι εκτός των άλλων καθηκόντων τους προστάτευαν και τους Σπαρτιάτες από τα επιβλαβή ήθη ξένων τρόπων ζωής, αλλά και ξένων προς αυτούς επιτηδευμάτων απελαύνοντας τους ξένους και απαγορεύοντας την παραβίαση των Πατρίων. Από την Πολιτεία στους Εφόρους ήταν ανατεθειμένη και η διαχείριση των οικονομικών του κράτους, γιατί ήταν αρμόδιοι για την φύλαξη των δημόσιων χρημάτων και των λαφύρων από τους πολέμους, αλλά και για την είσπραξη των φόρων.

 

ΑΛΛΟΙ ΑΡΧΟΝΤΕΣ

Οι άλλοι άρχοντες της Πολιτείας των Λακεδαιμονίων εκλέγονταν από την Απέλλα ή διορίζονταν από τους Εφόρους και τους βασιλείς.
Λογοδοτούσαν στους Εφόρους, οι οποίοι μπορούσαν να τους παύουν, να τους προφυλακίζουν και να τους εισάγουν σε δίκη. Οι άρχοντες χωρίζονταν σε Διοικητικούς και Πολεμικούς.

Τους Διοικητικούς άρχοντες αποτελούσαν οι Πρόξενοι, καθώς και οι 4 Πύθιοι που τους διόριζαν οι βασιλείς. Ο καθένας από αυτούς είχε δύο βοηθούς. Οι Πρόξενοι ήταν εκείνοι οι οποίοι δέχονταν τους ξένους πρέσβεις. Οι Πύθιοι ήταν σύσσιτοι των βασιλέων και στέλνονταν στους Δελφούς, για να παραλάβουν και να φέρους στους βασιλείς τους χρησμούς. Οι Εμπέλωροι, οι αργότερα Αγορανόμοι, ήταν επιφορτισμένοι με την σωστή διακίνηση και πώληση των διαφόρων αγαθών στην αγορά, ενώ οι Αρμόσυνοι φρόντιζαμ για την ευκοσμία των γυναικών. Τα παιδιά επιτηρούσε ο Παιδονόμος, ο οποίος είχε βοηθούς τους Άμπαιδες.

Απο τα στρατιωτικά αξιώματα το μεγαλύτερο ήταν το της Ναυαρχίας (του αρχηγού του στόλου), το οποίο ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει σαν άλλη βασιλεία. Το αξίωμα της ναυαρχίας ήταν διάρκειας ενός έτους και ήταν ενεργό και κατά τους χρόνουν Περσικών πολέμων. Ο ναύαρχος ήταν ηγέτης του στόλου των Λακεδαιμονίων, καθώς και των στόλων των συμμάχων πόλεων, δεν ήταν όμως δυνατό να ναυαρχεί δύο φορές ο ίδιος. Αναπληρωτής του ναυάρχου ήταν ο Επιστολεύς του στόλου. Άλλα στρατιωτικά αξιώματα ήταν οι Πολέμαρχοι, οι Λοχαγοί, οι Πεντηκοντήρες, οι Ενωμοντάρχες, οι Ιππαρμοστές, οι Ελλανοδίκες (εκείνοι που «έλυναν» τις διαφορές μεταξύ των Ελλήνων), οι Ταμείες και οι Λαφυροπώλεις.

Τέλος, κάθε έτος εκλέγονταν 5 Αγαθοεργοί για ανδραγαθήματα, από τους «ιππείς» της βασιλικής φρουράς, οι οποίοι εκτελούσαν τα καθήκοντα των αγγελιοφόρων. Τελευταίοι πρέπει να αναφερθούν και οι άρχοντες-προϊστάμενοι των υπηρετών. Αυτοί ήταν οι Κήρυκες, οι Αυλήτες και οι Μάγειροι και το αξίωμά τους ήταν κληρονομικό.

ΠΗΓΕΣ:

«Αρχαία Σπάρτη: η ιδανική πολιτεία», Ιωάννης Χρ. Παναγέας