Μενού Κλείσιμο

Ο Αίσωπος, ο μεγαλύτερος παραμυθάς της ιστορίας, ήταν ένας δούλος που διατύπωσε με σατιρικό ύφος μύθους που είχαν συμβολικό χαρακτήρα. Για τη ζωή του έχουν διατυπωθεί πολλές εκδοχές.

Ο Αίσωπος ήταν σκουρόχρωμος και στους μύθους του εμφανίζονται ορισμένα ζώα άγνωστα στην αρχαία Ελλάδα. Ήταν από τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής του ή μήπως ήταν αποτέλεσμα πολυετών ταξιδιών του σε μέρη άγνωστα και εξωτικά; Πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ. Υπάρχουν και συγγραφείς, όπως ο Όμηρος και ο Ησίοδος, που αμφισβητούν την ύπαρξή του και το θεωρούν κατασκευή μια εμβληματικής μορφής αντιπροσωπευτικής του μύθου.

Η επικρατέστερη εκδοχή αναφέρει ότι ο Αίσωπος γεννήθηκε το 625 π.Χ. στο Αμόριο της Φρυγίας μέσα σε οικογένεια δούλων ιδιοκτησίας του φιλοσόφου Ιάδμονα. Ο Αίσωπος έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια, μάλιστα αναφέρεται ένα περιστατικό στο οποίο βλέπωντας έναν επιστάτη να χτυπά άδικα κάποιον άλλον δούλο, έσπευσε αμέσως να του ζητήσει το λόγο. Το γεγονός έφτασε στα αυτιά του ιδιοκτήτη, ο οποίος τον πήγε στο σκλαβοπάζαρο της Εφέσου για να τον δώσει. Για καλή του τύχη, τον αγόρασε ο Ξάνθος από τη Σάμο, ένας φωτισμένος άνθρωπος που εκτίμησε τα χαρίσματα του δούλου του και τον έπαιρνε μαζί του στα ταξίδια για να γνωρίσει τον κόσμο. Μάλιστα κάποια στιγμή τον απελευθέρωσε.

Σύμφωνα με περιγραφές, ο Αίσωπος ήταν άσχημος με δυσανάλογα μεγάλο κεφάλι σε σχέση με το υπόλοιπο σώμα, πλακουτσωτή μύτη, φουσκωτά χείλη, καμπουριασμένο σώμα και μεγάλη πεταχτή κοιλία, χαρακτηριστικά που του απέδωσαν το όνομα Αίσωπος, δηλαδή Αιθίοπας. Επίσης πιθανολογείται να κούτσαινε και να τραύλιζε.

Ο Αίσωπος μετά την απελευθέρωσή του ενήργησε ως βασιλικός σύμβουλος του Κροίσου, του πανίσχυρου βασιλιά της Λυδίας , ο οποίος τον έστειλε σε ταξίδια στην Ελλάδα, την Ασία και την Αφρική.

Ευφυέστατος και παρατηρικός, ο πρώην δούλος ανακάλυψε το ταλέντο του ν απλάθει μύθους, τους οποίους χρησιμοποιούσε για να περνάει μηνύματα στους ακροατές, να διδάσκει ήθος και να καυτηριάζει την αδικία, την προδοσία και γενικά όλες τις ευτελείς πράξεις των ανθρώπων. Ο Ηρόδοτος τον αποκαλεί «λογοποιό» καθώς είχε το χάρισμα να διηγείται.

Ο Αίσωπος εμφανίζεται να είναι ο πρώτος που απήγγειλε σε πεζό λόγο, καθώς στα χρόνια της αρχαίας Ελλάδας μόνο ο έμμετρος λόγος θεωρούνταν κατάλληλο εκφραστικό είδος για τη λογοτεχνία. Ήθελε πιθανότατα να είναι άμεσος στον τρόπο που αποδοκίμαζε το κακό στις πιο αντιπροσωπευτικές μορφές του: τη βία, την απάτη, την αυθαιρεσία, τη προδοσία, τη ματαιοδοξία, την αλαζονεία, την ψευδολογία, την πλεονεξία, την πονηριά κλπ. Παράλληλα, ηθικολογεί στις αλληγορικές του ιστορίες καταδεικνύοντας τον παραλογισμό του κακού και γελοιοποιώντας τις ανθρώπινες κακίες.

Οι μύθοι του Αισώπου μεταφέρθηκαν από στόμα σε στόμα, μέχρι την καταγραφή τους στα ελληνιστικά χρόνια από τον Δημήτριο τον Φαληρέα (4ος αι. π.Χ.), καθώς πλέον ήταν στο στόμα όλων των λαών απ’ όπου πέρασε και μίλησε ο απελεύθερος δούλος. Η πρώτη αυτή συλλογή των μύθων του δυστυχώς δεν σώζεται, αλλά μας παραδίδονται ορισμένα αποσπάσματα σε έργα Ελλήνων και Λατίνων λογίων.

Οι μύθοι του Αισώπου, με την κομψή συντομία και την απλότητά τους, διατηρούν αιώνες τώρα αναλοίωτη την ικανότητα να συγκινούν και να ψυχαγωγούς μικρούς και μεγάλους αλλά και να διδάσκουν προπαντός την αλήθεια για την ανθρώπινη ψυχή. Ο Αίσωπος θεωρείται ιδρυτής του λογοτεχνικού είδους που σήμερα ονομάζεται «παραβολή» ή «αλληγορία» και διακρίνεται για το ηθικό και διδακτικό περιεχόμενο τους.

Κάποια στιγμή, περί το 564 π.Χ., ο βασιλιάς Κροίσος εμπιστεύτηκε στον Αίσωπο μια σημαντική ποσότητα χρυσού προσφορά στο Μαντείο των Δελφών. Φτάνοντας στον ναό του Απόλλωνα για να πάρει τον χρησμό, αηδίασε καθώς λένε με την απληστία και τη φιλαργυρία τους που όχι μόνο αρνήθηκε να παραδώσει τον χρυσό, αλλά τον έστειλε κιόλας πίσω στον Κροίσο, κατηγορώντας τους πως εξαπατούν τα εύπιστα πλήθη. Οργισμένοι τότε οι ιερείς των Δελφών, τον κατηγορούν για κλοπή και ιεροσυλία, στήνοντας μια πλεκτάνη σε βάρος του: στριμώχνουν στις αποσκευές του ένα ιερό σκεύος των Δελφών και τον καταδικάζουν ως κοινό εγκληματία σε θάνατο, γκρεμοτζακίζοντάς τον από τις λεγόμενες Φαιδριάδες Πέτρες των κορφών του Παρνασσού.

Παρά το γεγονός ότι του αποδίδονται πια μερικές δεκάδες μύθοι, οι γνωστότεροι περιστρέφονται γύρω από τον ψεύτη βοσκό, τον Δία και τη χελώνα, το παιδί και το ζωγραφισμένο λιοντάρι, τον γάιδαρο και τη σκιά του, το μονόφθαλμο ελάφι, τους δύο φίλους και την αρκούδα, τα βόδια και τον άξονα, τον φονιά, την Αλκυόνη, τον αγαλματοπώλη, την αλεπού και τον σκύλο, την αλεπού και τη μαϊμού, τη συμμαχία λύκων και σκυλιών, τους οδοιπόρους και τον πέλεκυ, τον γάιδαρο και το αλάτι, το πάθημα του πελαργού, το μυρμήγκι, τον λύκο και το αρνί, τον άνθρωπο και την τύχη του, τα σαλιγκάρια, τον Βοριά και τον Ήλιο, τον γάτο και τα ποντίκια, τη γυναίκα και τις δουλειές, το παιδί που έκλεβε και τη μητέρα του, το λιοντάρι, τον κυνηγό και τον λοτόμο, το λιοντάρι και την ύαινα κ.ά.