Στην αρχαία Κρήτη οι γυναίκες χόρευαν πολύ. Ο σημαντικότερος χορός καθ όλη τη διάρκεια της μινωικής εποχής ήταν ο γυναικείος ανοιχτός κυκλικός χορός που χορευόταν με την ίδια λαμπρότητα τόσο στο ανακτορικό περιβάλλον όσο και στην εξοχή, στο πλαίσιο λατρευτικών δρώμενων για την επιφάνεια γυναικείας θεότητας της βλάστησης.
Ελάμβαναν μέρος μόνο γυναίκες, είχαν ελεύθερη κυκλική κίνηση και έκαναν χειρονομίες επίκλησης με σημαντικότερη την ανύψωση των χεριών πάνω από την κεφαλή, που συνοδεύεται με ελαφρά κλίση του κορμού προς τα πίσω.
Η αρχαιολόγος Στέλλα Μανδαλάκη μίλησε στην Αρχαιολογική Εταιρεία στο πλαίσιο του Σεμιναρίου Μινωικής Αρχαιολογίας με θέμα «Η όρχηση στη μινωική κοινωνία». Ξεκίνησε από αυτόν τον κυκλικό χορό, που εξελίσσεται και, κατά τη μετανακτορική περίοδο εκτελείται και στα νεκροταφεία και συνέχισε αναφέροντας πως το σχήμα του ανοιχτού κύκλου και ο λατρευτικός χαρακτήρας της όρχησης «διαφοροποιούν τον γυναικείο κυκλικό χορό από τον αντίστοιχο ανδρικό, ο οποίος ήταν κλειστού τύπου με λαβή από τους ώμους και εκτελούνταν σε πλακόστρωτους χώρους ή στο εσωτερικό κυκλικών περιβόλων των νεκροταφείων, κατά τη διάρκεια νεκρικών τελετών».
Κατά τη μετανακτορική περίοδο, ο χορός συνδυάζεται με προσφορές απαρχών, ενώ παράλληλα η κορυφαία δεν εκτελεί τις χαρακτηριστικές χειρονομίες που προσιδιάζουν στον ρόλο της, αλλά συνοδεύει την όρχηση με μουσική. Οσο για την τέλεσή του στα νεκροταφεία, «στην περίπτωση αυτή επιδιώκεται η επιφάνεια της θεότητας για την ασφαλή μετάβαση του νεκρού στον Αδη».
Στον χορό με ιερά δένδρα και λίθους συνδυάζεται η όρχηση της κορυφαίας με δύο παράλληλες ή εναλλασσόμενες χορομιμικές δράσεις συμβολικού περιεχομένου, το τίναγμα ιερού δένδρου και τον εναγκαλισμό φυσικού λίθου, στοιχεία που προσδίδουν στο δρώμενο θεατρικό-δραματικό χαρακτήρα. Η όρχηση πραγματοποιούνταν και από τα δύο φύλα σε υπαίθρια ιερά ή στο ανακτορικό περιβάλλον, στα πλαίσια δρώμενων για την επιφάνεια διαφορετικών θεοτήτων, ανδρικών, γυναικείων ή ζεύγους. Η συγκεκριμένη μινωική όρχηση χορευόταν και στην ηπειρωτική Ελλάδα με αρκετές διαφοροποιήσεις από το πρωτότυπο.
Ένας γυναικείος χορός με τριγωνική διάταξη των χορευτριών φαίνεται ότι αγαπήθηκε εξίσου από τους Μινωίτες και τους Μυκηναίους. Εκτός από τον σχηματισμό, άλλα χαρακτηριστικά στοιχεία της όρχησης είναι η χειρονομία των λυγισμένων χεριών στους γοφούς, η ενδυμασία και το περιλαίμιο.«Αυθόρμητοι, λαϊκοί χοροί ψυχαγωγικού χαρακτήρα δεν εντοπίστηκαν στη συγκεκριμένη μελέτη, ίσως γιατί δεν συνηθίζεται η απεικόνισή τους στους αρχαίους πολιτισμούς γενικότερα. Παρόλο που είναι αρκετά δύσκολο να διατηρήθηκαν στοιχεία της μινωικής όρχησης στους ιστορικούς χρόνους, η γοητεία που ασκούσαν τα μινωικά ορχηστικά δρώμενα διατηρήθηκε ως ανάμνηση στους αρχαίους συγγραφείς που αναφέρονται συχνά στη χορευτική δεινότητα των αρχαίων Κρητών» ανέφερε η κ. Μανδαλάκη.
Συμπόσια – Εορτές – Μουσική – Χορός
Χαρακτηριστικό στοιχείο του ανακτορικού τρόπου ζωής ήταν οι συμποτικές συγκεντρώσεις. Ο ηγεμόνας, οι αυλικοί αξιωματούχοι, τα ανώτερα μέλη του ιερατείου συγκεντρώνονταν σε ειδικές επίσημες αίθουσες του ανακτόρου όπου τελούνταν τα συμπόσια. Τα πολυάριθμα πολυτελή σκεύη βρώσης και πόσης, όπως π.χ. στη Φαιστο, και μεγάλες ποσότητες οστών ζώων υποδηλώνουν το εύρος και την πολυτέλεια αυτών των εκδηλώσεων, που λειτουργούσαν και ως μέσον προβολής της κοινωνικής θέσης της ανώτερης τάξης και του εκλεπτυσμένου τρόπου ζωής της. Η ίδια πρακτική σε δεύτερο επίπεδο διαχεόταν προς τα περιφερειακά ανάκτορα, όπως του Γαλατά, στα μικρότερα κέντρα διοίκησης και την ανώτερη αστική τάξη, λειτουργώντας ανάλογα ως μέσον επιβεβαίωσης της κοινωνικής δομής. Οι συγκεντρώσεις σε κλειστό κύκλο συμμετεχόντων στα ανάκτορα έχουν ασφαλώς και θρησκευτικό και όχι απλώς κοσμικό χαρακτήρα, όπως φαίνεται στο κεντρικό ιερό με την Αίθουσα του Θρόνου της Κνωσού και στο ιερό του πρώτου ανακτόρου της Φαιστού, όπου τα δωμάτια έχουν πεζούλια για να κάθονται τα μέλη του ομίλου.
Οι μεγάλες θρησκευτικές τελετές ήταν δημόσιες, με συμμετοχή όλου του πληθυσμού. Σχετίζονταν άμεσα με το δομικό στοιχείο της μινωικής θρησκείας, τη λατρεία της φύσης και τον κύκλο της βλάστησης, με κορυφαίο γεγονός τη θεοφάνεια, την εμφάνιση δηλαδή της Μεγάλης Θεάς στους ανθρώπους.
Οι μαζικές θρησκευτικές τελετές οργανώνονται στις μεγάλες κεντρικές και δυτικές αυλές των ανακτόρων ή σε αίθριους χώρους γύρω από τα ιερά και σ’ αυτές συμμετείχαν όλες οι τάξεις. Ως εκδηλώσεις της επίσημης θρησκείας διεξάγονταν οργανωμένα με την εποπτρεία του ιερατείου και την εποπτεία του ανακτόυρου και λειτουργούσαν ως μέσον προβολής της κοινωνικάς σταθερότητας και συνοχής.
Οι τελετές της θεοφανείας περιελάμβαναν εκστατικούς χορούς, από ομίλους γυναικών, δήσεις, θρησκευτικές αναπαραστάσεις και συμπληρώνονταν με πομπές ανδρών και γυναικών και μουσική. Η μεγαλοπρεπής πομπή στην Κνωσό, που εικονίζεται στην ομώνυμη τοιχογραφία, από νέους της ανώτερης τάξης, μεταξύ των οποίων ο Ρυτοφόρος, είναι η κορυφαία εκδοχή αυτών των τελετών κατά τις οποίες μεταφέρονταν τελετουργικά σκέυη και επιδεικνύονταν τα σύμβολα της θρησκείας.
Θρησκευτικές γιορτές αγροτικού χαρακτήρα γίνονταν και στην ύπαιθρο, όπως εικονίζει το περίφημο «Ρυτό των Θεριστών» από την Αγία Τριάδα. Εδώ, παριστάνεται με μοναδική ζωντάνια ομάδα αγροτών που επιστρέφει τραγουδώντας απ’ τους αγρούς κρατώντας «θρινάκια», αγροτικά εργαλεία για το λίχνισμα των σιτηρών. Επικεφαλής είναι ένας ηλικιωμένος άνδρας, ιερέας ασφαλώς, όπως δείχνει το χαρακτηριστικό του ένδυμα, ενώ ένας μουσικός συνοδεύει με σείστρο το τραγούδι και την πομπή.
Το σείστρο, αιγυπτιακό μουσικό όργανο που είχε εισαχθεί και στην Κρήτη, η επτάχορδη κιθάρα και ο δίαυλος ήταν τα κύρια όργανα που συνόδευαν με μουσική τις θρησκευτικές τελετές. Ο θαλάσσιος τρίτωνας χρησιμοποιούνταν σαν τρομπέτα στις τελετουργίες για την επίκληση της θεότητας και το σχήμα του είχε αντιγραφεί σε πολυτελή τελετουργικά λίθινα σκεύη. Οι χοροί απεικονίζονται σε παραστάσεις και σε πήλινα ομοιώματα. Ο χορός ανδρών σε κυκλικό χοροστάσι στο ομοίωμα από τον τάφο στο Καμηλάρι (1650 π.Χ.) σχετίζεται πιθανότατα με ταφικές τελετές νεκρολατρίας. Χορό ομίλου γυναικών, σε κυκλικό επίσης χοροστάσι, με τη συνοδεία κιθάρας παριστάνει το πήλινο ομοίωμα από το Παλαίκαστρο, της ίδια εποχής. Κοντά στο ανάκτορο της Κνωσού, τρεις χτιστές κυκλικές εξέδρες έχουν ερμηνευτεί ως χοροστάσια.
ΠΗΓΕΣ:
–