Μενού Κλείσιμο

Πάμπολλες είναι οι αναφορές στο δαιμόνιο του Σωκράτη. Γενικά επικρατεί στους διάφορους συγγραφείς η πιο παραδεκτή αντίληψη ότι το Δαιμόνιο «απέτρεπε» το Σωκράτη από το να προβεί σε κάποια ενέργεια, παρ’ αυτά κατά τον Ξενοφώντα (στην δική του Απολογία του Σωκράτη) και τον προέτρεπε. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στην Απολογία του ο Σωκράτης εμφανίζεται να λέει στους δικαστές: «εξαγγείλας εις πολλούς εκ των φίλων μου τας συμβουλάς του θεού, ουδέποτε απεδείχθην ψευδόμενος». (Ξενοφώντος Απολογία Σωκράτους ΙΙ,13).

Για τους επικριτές ή αρνητές του δαιμονίου του Σωκράτη υπάρχει ένα πρόβλημα αρκετά έντονο. Από τη μία το κατέκριναν από την άλλη όμως δεν είχε αποδειχθεί ποτέ ότι έλεγε ψέματα. Ο Πλούταρχος μάλιστα αναφέρει την περίπτωση μιας μάχης στην Πάρνηθα: μια ομάδα ιππέων σκοτώθηκαν, γιατί δεν ακολούθησαν το δρόμο που τους οδηγούσε ο Σωκράτης. Το δαιμόνιο τον απέτρεπε να πάει από το δρόμο όπου φαίνεται ότι τους περίμεναν οι εχθροί. Όσοι δεν τον άκουσαν πήγαν από αυτόν το δρόμο και σκοτώθηκαν. Τότε, σημειώνει ο Πλούταρχος, έγινε πολύς θόρυβος στην Αθήνα για το δαιμόνιο  του Σωκράτη. Επίσης ο Σωκράτης είχε προαναγγείλει τη μεγάλη καταστροφή των Αθηναίων στη Σικελία.

 

Ο Πλούταρχος στο έργο του «Περί Σωκράτους Δαιμονίου» αναφέρει:

«Τι πρέπει να παραδεχθώμεν, φίλτατέ μου, περί του δαιμονίου του Σωκράτους; Πρόκειται περί ψεύδους ή τι πρέπει να υποθέσωμεν; Διότι εκ των περί Πυθαγόρου λεγομένων περί μαντικών δυνάμεων, ουδέν μου εφάνη τόσο μέγα και θείον, (όσον τα περί Σωκράτην). Διότι απαράλλακτα όπως ο Όμηρος έχει ποιήσει την Αθηνάν, παρισταμένην παρά τον Οδυσσέα κατά τας παντοειδείς δυσκόλους περιστάσεις του βίου του, κατά τον αυτόν τρόπον φαίνεται ότι το δαιμόνιον επισυνήψεν εις τον Σωκράτην, εξ αρχής του βίου του, ως προηγεμόνα της οδού του βίου του, κάποιαν οπτασίαν, «η οποία  μόνη προπορευομένη ρίπτει φως» επί των αδήλων πραγμάτων και καθ’ ας περιστάσεις η ανθρώπινη φρόνησις δεν είναι επαρκής ώστε δια του συλλογισμού να αποφανθή».

Με αυτό το απόσπασμα αρχίζουν σε αυτό το έργο του Πλουτάρχου οι συζητητές τον διάλογο προκειμένου να συμπεράνουν τι ήταν το δαιμόνιο του Σωκράτη. Ένας από τους συνομιλητές προσπαθεί να το τοποθετήσει στα μαντικά «σημεία» τα οποία δέχονταν οι αρχαίοι. Έτσι λέει ότι πρέπει να ήταν ή πταρμός ή «κληδών». Ο πταρμός ανάλογα με τον τρόπο και το χρόνο που γινόταν είχε κάποια σημασία για τους αρχαίους. Αυτό επέζησε μέχρι τις μέρες μας και στον απλό λαό κι έτσι όταν κάποιος πταρνίζεται του λένε ότι κάποιοι θα τον συζητούν. Ακόμα οι διάφορες «γητιές» που γίνονται για το «κακό μάτι» όταν συνοδεύονται από πταρμό θεωρείται ότι «πιάνουν». Στον Όμηρο (Οδύσσεια Ρ 545-550) διαβάζουμε:

Έτσι είπε κι ο Τηλέμαχος φταρνίστηκε με κρότο,

που όλο το σπίτι αντήχησε. Γέλασε η Πηνελόπη

κι έτσι είπε ευτύς στον Εύμαιο με πεταχτά της λόγια

«τρέχα, τον ξένο φώναξε και φερ’ τονε μπροστά μου.

Δεν είδες πώς φταρνίστηκε στα λόγια που είπα ο γιός μου;

Δοιλεί πώς χάρος άσφαλτος θα λάχει στους μνηστήρες!

Οι κληδόνες ήταν πάλι ήχοι,  λέξεις, φωνές ή φράσεις που θεωρούνταν σαν οιωνοί-προμηνύματα. Όμως δεν γίνεται δεκτό ότι ο Σωκράτης θα καθοδηγούνταν από ένα τέτοιο κατώτερο είδος μαντείας. Γίνεται μια σκιαγράφηση του χαρακτήρα του από έναν από τους συζητητές: Είχε βεβαιότητα και άκαμπτη δύναμη που πήγαζαν από μια πολλή δυνατή κρίση, παρέμεινε πτωχός με τη θέλησή του σ’ όλη του τη ζωή, δεν απομακρύνθηκε από τη φιλοσοφία παρά τα όσα εμπόδια και όταν έφθασε η στιγμή του τέλους ενώ μπορούσε να διαφύγει δεν το έκανε. Έτσι δεν μπορεί ένας τέτοιος άνθρωπος να αλλάζει τη γνώμη του από «κληδόνες και πταρμούς».

Έτσι οι συζητητές του Πλουτάρχου προσπαθούν να βρουν κάποια άλλη λύση. Με τέχνη ο Πλούταρχος βάζει έναν πυθαγόρειο, το Θεάνορα, μέσα στο διάλογο. Είχε πάει στη Θήβα -όπου γίνεται η συζήτηση για το δαιμόνιο του Σωκράτη- για να αποδώσει τις νεκρικές τελετές που άρμοζαν σε έναν άλλο πυθαγόρειο -το Λύσι- ο οποίος είχε πεθάνει εκεί. Ο συγγραφέας τον εμφανίζει να επικοινωνεί με το «δαιμόνιο» του Λύσιδος. Φαίνεται ότι οι Πυθαγόρειοι είχαν αρκετές γνώσεις των αόρατων κόσμων. Αποκαλύπτει ο Πλούταρχος ότι μπορούσαν να επικοινωνήσουν με την «ψυχή» ενός συντρόφου τους που είχε πεθάνει μέσω των ονείρων. Ο Πυθαγόρειος λοιπόν κάνει μια ανάπτυξη και τονίζει τα χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου, ο οποίος επικοινωνεί με τις λεπτές διαστάσεις. Είναι αυτός, ο οποίος αντιμετωπίζει όλα αυτά που τραβούν την ψυχή προς όλες τις κατευθύνσεις (εδώ κι εκεί), έχει αυτοέλεγχο, ο νους του είναι καθαρός και απαθής και έτσι έχει τη δυνατότητα να ακούει κάποιες άλλες «φωνές» εκτός από αυτές του θορύβου της καθημερινής ζωής. Ο Σωκράτης εμφανίζεται σαν ένας από αυτούς. Μάλιστα τονίζεται ότι «μόλις ανεμίγνυεν εαυτόν με το σώμα προς συμμετοχήν των αναγκαιούντων δια την διατήρησιν του εν τη ζωή, ήτο εξαίρετος δέκτης των θείων ενδείξεων …».

Ο Σωκράτης αισθανόταν να βγαίνει από μέσα του κάποια φωνή. Πράγματι, τούτα είναι δικά του λόγια από τον «Φαίδρο» : «κι εκείνη την ώρα, καλέ μου, που πήγαινα να περάσω το ποτάμι, παρουσιάστηκε το δαιμόνιο σημάδι, αυτό που μου εμφανίζεται συνήθως και πάντα με εμποδίζει από αυτό που θέλω να κάνω. Μου φάνηκε μάλιστα πως άκουσα και κάποια φωνή να έρχεται από εκεί, η οποία δεν με αφήνει να φύγω επειδή έχω κατά κάποιο τρόπο αμαρτήσει απέναντι στη θεότητα – ἡνίκα ἔμελλον, ὠγαθέ, τὸν ποταμὸν διαβαίνειν, τὸ δαιμόνιον καὶ τὸ εἰωθὸς σημεῖόν μοι γίνεσθαι ἐγένετο· ἀεὶ δέ με ἐπίσχει ἃ ἂν μέλλω πράττειν· καί τινα καὶ φωνὴν ἔδοξα αὐτόθεν ἀκοῦσαι, ἥ με οὐκ ἐᾷ ἀπιέναι ὡς δή τι ἡμαρτηκότα εἰς τὸ θεῖον». Τι δείχνει λοιπόν ο Σωκράτης με τα λόγια του αυτά, και ποια είναι η φωνή με την οποία, λέει, το δαιμόνιο του δηλώνει τη βούληση του; Πρέπει λοιπόν να πούμε ότι, πρώτα, σύμφωνα με τη διάνοια του και την των όντων επιστήμη, ο Σωκράτης δέχεται την επίνοια (θεϊκή έμπνευση) του δαίμονα που τον κινούσε προς τον θεϊκό έρωτα, και, κατά δεύτερο λόγο, τον υποστήριζε στα ζητήματα της ζωής και οργάνωνε την πρόνοιά του για τους ατελέστερους, και στην εκδήλωση της ενέργειας αυτής του δαίμονα υποδεχόταν το από εκεί ερχόμενο φως όχι μόνο με τη διάνοια του ή με τις δοξαστικές δυνάμεις, αλλά και με το πνεύμα, καθώς η δαιμόνια έκλαμψη διαπερνούσε ξαφνικά ολόκληρη τη ζωή του κι αμέσως έθετε σε κίνηση την αίσθηση του. Είναι προφανές ότι, και όταν η εκδήλωση μιας ενέργειας είναι η ίδια, διαφορετικά δέχεται την παροχή ο λόγος, διαφορετικά η φαντασία, διαφορετικά η αίσθηση, και ότι κάθε στοιχείο μας δέχεται τα ερεθίσματα και κινείται από τον δαίμονα με τον δικό του διαφορετικό τρόπο. Η φωνή λοιπόν δεν έπεφτε επάνω στον Σωκράτη σαν ένα εξωτερικής προελεύσεως ερέθισμα που υφίστατο, αλλά η επίνοια (έμπνευση), ερχόμενη «ἔνδοθεν διὰ πάσης φοιτήσασα τῆς ψυχῆς καὶ μέχρι τῶν αἰσθητικῶν ὀργάνων διαδραμοῦσα», γινόταν εν τέλει φωνή που μπορούσες να την αναγνωρίσεις με την συναίσθηση περισσότερο παρά με την αίσθηση. Τέτοιου είδους είναι, στα αλήθεια, οι εκλάμψεις των αγαθών δαιμόνων και των θεών.

 

Θα προσπαθήσουμε τώρα να προσεγγίσουμε το θέμα του δαιμονίου του Σωκράτη με βάση τον εσωτερισμό.

Σύμφωνα με τις διδασκαλίες του παγκόσμιου εσωτερισμού ο κόσμος μας αποτελείται από τα λεγόμενα τέσσερα στοιχεία: γη, νερό, αέρα και φωτιά. Κάθε ένα από αυτά αποτελεί μια σφαίρα και έτσι μπορούμε να πούμε ότι ο κόσμος μας αποτελείται από τέσσερις σφαίρες γης-νερού-αέρα-φωτιάς που διασταυρώνονται. Ανάπτυξη αυτής της γνώσης συναντάμε στον Τίμαιο του Πλάτωνα. Το σημαντικό για το θέμα μας είναι ότι σε αυτήν τη θεώρηση του κόσμου για κάθε σφαίρα ή επίπεδο της φύσης υπάρχουν και οι αντίστοιχοι κάτοικοι. Πρόκειται για τα λεγόμενα πνεύματα της φύσης ή στοιχειακά. Δεν αποκλείεται λοιπόν ένα τέτοιο ον να ήταν το δαιμόνιο του Σωκράτη. Η επαφή ανάμεσα στα επίπεδα και τους κατοίκους τους σε γενικές γραμμές είναι αδύνατη, αλλά δεν αποκλείεται εντελώς. Φαίνεται ότι ο Σωκράτης πιθανόν λόγω κάποιας σπάνιας ευαισθησίας μπορούσε να έχει επαφή με κάποιο τέτοιο ον των αόρατων κόσμων και μπορούσε να αποκωδικοποιήσει τα μηνύματα που του έστελνε. Ο κόσμος μας λοιπόν δεν κατοικείται μόνο από τα γνωστά βασίλεια της φύσης που μας μαθαίνει η κατεστημένη παιδεία και επικοινωνούμε με τις αισθήσεις. Υπάρχουν και άλλα αόρατα όντα -ανώτερα και κατώτερα- τα οποία αναφέρονται σε όλες τις χώρες του κόσμου με διάφορα ονόματα: νάνοι, νεράιδες, νύμφες, δέβα, κάμι, ξωτικά κ.α. Πίσω από αυτά τα γενικά ονόματα κρύβονται αλήθειες για όσους ενδιαφέρονται να ψάξουν.

Ας έλθουμε τώρα στον άνθρωπο. Και ο άνθρωπος σαν ον αποτελείται από τα τέσσερα στοιχεία, τα οποία συνθέτουν μια τετραπλή προσωπικότητα. Και πιο πάνω από αυτήν υπάρχει το Εγώ το οποίο είναι τριπλό και ενιαίο ταυτόχρονα. Το Άτμα των Ινδών, το Ατμού των Αιγυπτίων, το Άτομο των Αρχαίων Ελλήνων. Αυτή είναι μια δυική προσέγγιση. Εγώ και προσωπικότητα, ανώτερος και κατώτερος άνθρωπος. Γενικά ο άνθρωπος λειτουργεί με τη συνείδηση της τετράδας, που την εκπροσωπεί ο νους και εκφράζεται με τον φυσικό εγκέφαλο. Όμως υπάρχει και η «φωνή» του Εγώ την οποία πολύ λίγοι άνθρωποι μπορούν να ακούσουν. Πρόκειται γι’ αυτούς που μέσω της απάρνησης των εγκοσμίων και της ανάπτυξης της ανιδιοτελούς συνείδησης μπόρεσαν να ανυψωθούν πιο πάνω από τον κοινό άνθρωπο. Παράλληλα βάδισαν ένα δρόμο άσκησης του εαυτού τους και προσφοράς στο σύνολο. Σ’ αυτούς τους ανθρώπους αρχίζουν σιγά σιγά να αναπτύσσονται ανώτερες αισθήσεις, οι οποίες συλλαμβάνουν μηνύματα από λεπτότερες σφαίρες και την ίδια τη φωνή του Εγώ της ανώτερης πνευματικής συνείδησης. Ο νους τους λειτουργεί σαν δέκτης και αισθάνονται σαν να «ακούν φωνές» που τους μεταδίδουν κάτι. Μια τέτοια περίπτωση φαίνεται ότι πιθανόν να ήταν ο Σωκράτης. Αυτά που διαβάσαμε στην αρχή του άρθρου συνηγορούν σ’ αυτό. Ας προσθέσουμε εδώ και την  περίπτωση των μαντείων όπου οι Πυθίες έπρεπε να είναι αγνές και να μπορούν να ανυψώσουν τη συνείδησή τους σε ψηλότερες σφαίρες.

Το «δαιμόνιό» του δηλαδή δεν αποκλείεται να ήταν τίποτε άλλο από το ίδιο το ανώτερο Εγώ του με το οποίο κατόρθωνε να έρθει σε μια μορφή επαφής.

Τέλος να σημειώσουμε ότι σήμερα στην ιατρική γίνεται δεκτό ότι κάποιοι άνθρωποι αισθάνονται σαν να «ακούν φωνές» και πρόκειται για παθολογικές καταστάσεις. Αυτοί οι άνθρωποι, για κάποιους λόγους και μια ιδιαίτερη ανεξέλεγκτη ευαισθησία – χρήση ναρκωτικών, μέθη, ψυχικές αρρώστιες – έχουν επαφή με τους αόρατους κόσμους συνήθως με τους κατώτερους, γιατί γενικά οι κόσμοι χωρίζονται σε κατώτερα και ανώτερα επίπεδα. Αυτού του είδους η επαφή είναι ανεξέλεγκτη και συνήθως προκαλεί προβλήματα σε όσους εμφανίζεται. Αυτό είναι ένα φαινόμενο, το οποίο σήμερα το αντιμετωπίζει η ψυχιατρική. Στο μεσαίωνα όποιους παρουσίαζαν κάτι τέτοιο τους έκαιγαν. Στην περίπτωση του Σωκράτη συνέβαινε μεν κάτι τέτοιο, αλλά δεν του δημιουργούσε πρόβλημα. Σίγουρα δεν θα ήταν μια παθολογική κατάσταση. Εδώ ας θυμηθούμε και τους διάφορους προφήτες της Βίβλου και τους «αγίους» διαφόρων θρησκειών, οι οποίοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο άκουσαν τη φωνή του Θεού τους και δεν καταδικάστηκαν, αλλά αγιοποιήθηκαν.