Μενού Κλείσιμο

Κατά το πρώτο μισό της 2ης προχριστιανικής χιλιετίας, η Αττική ήταν διηρημένη σε αρκετές ανεξάρτητες κοινότητες. Η Αθήνα (ταυτιζόμενη ουσιαστικά με την Ακρόπολη) ήταν μία από τις ισχυρότερες κοινότητες, πιθανώς κυβερνώμενη από Δαναούς ηγεμόνες. Η κομβική θέση της στο μέσο σχεδόν της απόστασης από την Ερένεια έως το Σούνιο (ακραία σημεία της Αττικής προς τα βορειοδυτικά και τα νοτιοανατολικά αντιστοίχως), η σχετικά εύφορη γη που την περιέβαλε και η δυσπρόσβλητη θέση της Ακρόπολης, ήταν μερικές παράμετροι οι οποίες έδωσαν στην Αθήνα κάποιο προβάδισμα έναντι των ανταγωνιστικών της κοινοτήτων κρατιδίων για την τελική επικράτηση στην Αττική, κυρίως έναντι της Ελευσίνας και της Παλλήνης. Η Αθήνα ήταν η τελική νικήτρια στον ενδο-αττικό αγώνα.

Εντύπωση προκαλεί το πλήθος και η ποικιλία των ευρημάτων της δεύτερης εποχής του Χαλκού, της Μεσοελλαδικής περιόδου (2000-1600 π.Χ.). Σπίτια, πηγάδια, εστίες, λάκκοι αποθήκης, τάφοι διαφόρων τύπων και όλες οι κατηγορίες της κεραμεικής με άφθονο υλικό υπάρχουν κατεσπαρμένα σε μεγάλη έκταση του χώρου. Στην κορυφή του βράχου, ανατολικά του Ερεχθείου, είχαν διασωθεί πέντε μικροί κιβωτιόσχημοι τάφοι και βόρεια του ίδιου ναού στρώμα επιχώσεως. Στη νότια κλιτύ σημάδια της Μεσοελλαδικής εποχής υπάρχουν όχι μόνο κοντά στα Πρωτοελλαδικά, αλλά παντού όπου έγινε ανασκαφή. Δύο εστίες, δύο λάκκοι αποθήκης, ταφή μέσα σε πίθο, ταφικός τύμβος βόρεια της Στοάς του Ευμενούς, δύο δωμάτια ή σπίτια, ένα πηγάδι, δύο μικροί απλοί τάφοι και χαμηλότερα, προς τα ανατολικά του λόφου του Μουσείου, ένας καλοφτιαγμένος τάφος μεγάλων διαστάσεων (1.40×0.55 εσωτ.), άλλοι δύο πρώιμοι και βέβαια παντού κεραμεική. Μαρία Παντελίδου – Γκόφα Αναπ. Καθηγήτρια, Τομέας Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Φαίνεται πως κατά τον ύστερο 16ο αι. π.Χ., οι Δαναοί της Αθήνας ανατράπηκαν από μία δυναστεία Λαπιθών (μάλλον του μυθικού Εριχθόνιου), καταγόμενη από τη Θεσσαλία. Η λαπιθική καταγωγή της είναι εμφανής από τη λίγο μεταγενέστερη διακυβέρνηση της Αθήνας από τους αναμφίβολα Λαπίθες ήρωες Αιγέα και Θησέα, ή ορθότερα τους βασιλείς-πολεμιστές που εκείνοι αντιπροσωπεύουν.

Ο κρατήρας των πολεμιστών. Έτσι τον ονόμασε ο Ερρίκος Σλήμαν όταν βρήκε τα κομμάτια του στην ομώνυμη οικία στην ανασκαφή που έκανε ανάμεσα στη νότια πλευρά του ταφικού περιβόλου Α. Απεικόνιση μαχίμων από το περίφημο «Αγγείο των Πολεμιστών» λοιπόν είναι της Υστερομυκηναϊκής ή Υπομυκηναϊκής περιόδου. Φαίνεται πως οι πλήρως εξοπλισμένοι Αττικοί/Αθηναίοι πολεμιστές αλλά και οι Δωριείς αντίπαλοι τους ήταν οπλισμένοι σχεδόν όπως οι εικονιζόμενοι.

Η λαπιθική δυναστεία έφθασε στο απόγειο της κατά τη βασιλεία του μυθολογικού ήρωα Θησέα, μάλλον σε κάποιο απροσδιόριστο διάστημα του 14ου αι., όταν εκείνος (ή ορθότερα οι Αιγειίδες-Θησείδες βασιλείς που αντιπροσωπεύει) κατόρθωσε να ενώσει τα αττικά κρατίδια σε ένα ανακτορικό κράτος.

Το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα (ΥΕ III Α2) η ζωή συνεχίζεται με τρόπο συντηρητικό. Οι κάτοικοι παραμένουν στις θέσεις τους, αλλά δεν επεκτείνονται ούτε αναπτύσσουν ιδιαίτερη δραστηριότητα. Η παρατήρηση προκαλεί εντύπωση διότι αυτήν ακριβώς την εποχή συντελείται η πρώτη σημαντική εξάπλωση του Μυκηναϊκού πολιτισμού στον χώρο του Αιγαίου και παντού, ακόμα και στην Αττική, δημιουργούνται νέοι οικισμοί. Μόνο αι Αθήναι παραμένουν αμέτοχοι της συντελούμενης «κοσμογονίας» και η εξήγηση δεν προκύπτει αμέσως από τα δικά μας ευρήματα. Ίσως όμως επιτρέπεται να σκεφθούμε ότι τα ζωτικότερα μέλη του πληθυσμού μετακινήθηκαν προς τη θάλασσα και εγκαταστάθηκαν σε παράλιους οικισμούς που ξέρουμε ότι εκείνη την εποχή ευημερούν, όπως η Αλυκή της Βούλας, η Βάρκιζα, το Φάληρο και άλλα. Εδώ, στα παλιά σπίτια, έμεναν οι πιο συντηρητικοί και συνέχισαν να εργάζονται με τον δικό τους ρυθμό. Κατά την τρίτη Μυκηναϊκή περίοδο –ΥΕ III– και ειδικότερα στα πρώτα χρόνια της (1410-1380 π.Χ.) ο οικισμός των Αθηνών παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη. Ο πληθυσμός εξαπλώνεται στο νότιο τμήμα (Εικόνα 13) και όλα μαρτυρούν τη γενική ευημερία στην ποιότητα και τα μέσα ζωής. Μερικοί τάφοι του νεκροταφείου τους περιέχουν κτερίσματα εφάμιλλα των Αργολικών.

Αντίθετα, η βόρεια πλευρά φαίνεται προσωρινά ακατοίκητη. Και όμως κάπου πρέπει να είχε σχηματισθεί ένας οικισμός, γιατί στην περιοχή της Αγοράς, ιδίως γύρω από τη στοά του Αττάλου, δημιουργείται νεκροταφείο που είναι αρκετά μεγάλο για να αποδοθεί μόνο στις οικογένειες της κορυφής του βράχου Οι πραγματικά πλούσιοι τάφοι των Αθηνών βρέθηκαν στον Άρειο Πάγο, λαξευτοί μέσα στο βράχο, και αυτοί τουλάχιστον πρέπει να έκρυβαν άρχοντες. – Μαρία Παντελίδου – Γκόφα Αναπ. Καθηγήτρια, Τομέας Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ευρήματα με Μυκηναϊκές θέσεις, στην Παράλια αττική γη.

Ο αναφερόμενος Συνοικισμός της Αττικής, αν δεν είναι μυθικός, σήμανε την ουσιαστική ίδρυση του Αττικού/Αθηναϊκού κράτους και κατ’ επέκταση του αθηναϊκού στρατού. Εκτός από την ισχυρή Ελευσίνα, είναι άγνωστο αν στους αιώνες που ακολούθησαν, οι αττικές κοινότητες κατόρθωναν να ανακτούν την ανεξαρτησία τους από την Αθήνα για κάποια χρονικά διαστήματα. Θεωρείται πιθανό ότι αυτό συνέβαινε κατά τα Τρωικά. Η απουσία των πόλεων της Αττικής εκτός της Αθήνας, από τον Κατάλογο Νηών των Αχα Ο αναφερόμενος Συνοικισμός της Αττικής, αν δεν είναι μυθικός, σήμανε την ουσιαστική ίδρυση του Αττικού/Αθηναϊκού κράτους και κατ’ επέκταση του αθηναϊκού στρατού. Εκτός από την ισχυρή Ελευσίνα, είναι άγνωστο αν στους αιώνες που ακολούθησαν, οι αττικές κοινότητες κατόρθωναν να ανακτούν την ανεξαρτησία τους από την Αθήνα για κάποια χρονικά διαστήματα. Θεωρείται πιθανό ότι αυτό συνέβαινε κατά τα Τρωικά. Η απουσία των πόλεων της Αττικής εκτός της Αθήνας, από τον Κατάλογο Νηών των Αχαιών, της Ιλιάδας δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή ίσως οφείλεται σε μεταγενέστερη αθηναϊκή παρέμβαση στο κείμενο του. Ο αττικός στρατός του 14ου αι. π.Χ. ακολουθούσε τα πρώιμα μυκηναϊκά ανακτορικά πρότυπα οργάνωσης, εξοπλισμού και τακτικών. Τον 13ο αι., η μυκηναϊκή πολεμική τέχνη μεταβλήθηκε δραματικά, σύμφωνα με τις νέες απαιτήσεις των καιρών, αν και κάποια κράτη όπως η Πύλος, η Κνωσός και η Σαλαμίνα, μάλλον διατήρησαν τα πρωτομυκηναϊκά στρατιωτικά πρότυπα. Δεν μπορεί να εξακριβωθεί αν οι Μυκηναίοι της Αττικής ακολούθησαν τις υστερομυκηναϊκές στρατιωτικές καινοτομίες, όμως αυτό είναι το πιθανότερο. Πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως οι Αττικοί/Αθηναίοι διέθεταν πολεμικά άρματα λόγω της ανακτορικής οργάνωσης τους. Οι Αττικοί συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο (περίπου μέσα 13ου αι.) υπό τον ήρωα Μενεσθέα.

Η συνεχής ανάπτυξη και ευμάρεια του Μυκηναϊκού Κόσμου ανακόπτεται στις αρχές του 12ου αιώνα. Οι λόγοι βρίσκονται εκτός του ελλαδικού χώρου και είναι γεγονός ότι οι ταραχές στον χώρο της Ανατολής επηρεάζουν τη διακίνηση των αγαθών και πλήττουν καίρια το εμπόριο των Αχαϊκών ανακτόρων. Τις συνέπειες θα τις υποστεί και ο Αθηναίος βασιλεύς, που ξαφνικά στερείται της δυνατότητας ελέγχου και κηδεμονίας του τοπικού εμπορίου. Η δημογραφική μεταβολή υπήρξε άμεση και εμφανής.

Οι συγκεντρωμένοι περί το ανάκτορο τεχνίτες, παραγωγοί και έμποροι αποδεσμεύονται από την οικονομική και διοικητική εξάρτηση, διασκορπίζονται σε νησιά και άλλα επίκαιρα σημεία και φροντίζουν, μόνοι τους πια, τη διάθεση των προϊόντων τους.

Ο πληθυσμός των Αθηνών αραιώνει, τα σπίτια που είχαν συγκεντρωθεί στη ΒΑ άνοδο εγκαταλείπονται και οι κάτοικοι διασκορπίζονται ακόμα και μέσα στο πόλισμα Η βόρεια κρήνη χρησιμοποιείται για λίγα χρόνια ακόμα, αλλά όλα τα κατάλοιπα και ευρήματα μαρτυρούν τη γενική πτώση της ποιότητας.
Στο νεκροταφείο της Αγοράς και στο Δυτικό γίνονται ελάχιστες ταφές, ενώ μια άλλη ταφή εντοπίζεται στον Κεραμεικό. Εκεί θα αρχίσει να σχηματίζεται ο πρώτος πυρήνας του νεκροταφείου που θα εξελιχθεί κατά τους ιστορικούς χρόνους στο κύριο νεκροταφείο της πόλεως των Αθηνών. Πάντως ο άρχων παραμένει στην ακρόπολη και συμπληρώνει την εγκατάστασή του με λίγα ακόμα σπίτια νοτίως του Παρθενώνος.

Αυτοί οι τελευταίοι Αχαιοί με τα πενιχρά μέσα τους και τις περιορισμένες δυνατότητες σώζουν την πόλη από την τέλεια ερήμωση και μετά τα σύντομα Υπομυκηναϊκά χρόνια αι Αθήναι εισέρχονται στην Ιστορική περίοδο που ανέδειξε την πόλη σε κοιτίδα του πολιτισμού. Μαρία Παντελίδου – Γκόφα Αναπ. Καθηγήτρια, Τομέας Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών, της Ιλιάδας δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, επειδή ίσως οφείλεται σε μεταγενέστερη αθηναϊκή παρέμβαση στο κείμενο του. Ο αττικός στρατός του 14ου αι. π.Χ. ακολουθούσε τα πρώιμα μυκηναϊκά ανακτορικά πρότυπα οργάνωσης, εξοπλισμού και τακτικών. Τον 13ο αι., η μυκηναϊκή πολεμική τέχνη μεταβλήθηκε δραματικά, σύμφωνα με τις νέες απαιτήσεις των καιρών, αν και κάποια κράτη όπως η Πύλος, η Κνωσός και η Σαλαμίνα, μάλλον διατήρησαν τα πρωτομυκηναϊκά στρατιωτικά πρότυπα. Δεν μπορεί να εξακριβωθεί αν οι Μυκηναίοι της Αττικής ακολούθησαν τις υστερομυκηναϊκές στρατιωτικές καινοτομίες, όμως αυτό είναι το πιθανότερο. Πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως οι Αττικοί/Αθηναίοι διέθεταν πολεμικά άρματα λόγω της ανακτορικής οργάνωσης τους. Οι Αττικοί συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο (περίπου μέσα 13ου αι.) υπό τον ήρωα Μενεσθέα.

Η συνεχής ανάπτυξη και ευμάρεια του Μυκηναϊκού Κόσμου ανακόπτεται στις αρχές του 12ου αιώνα. Οι λόγοι βρίσκονται εκτός του ελλαδικού χώρου και είναι γεγονός ότι οι ταραχές στον χώρο της Ανατολής επηρεάζουν τη διακίνηση των αγαθών και πλήττουν καίρια το εμπόριο των Αχαϊκών ανακτόρων. Τις συνέπειες θα τις υποστεί και ο Αθηναίος βασιλεύς, που ξαφνικά στερείται της δυνατότητας ελέγχου και κηδεμονίας του τοπικού εμπορίου. Η δημογραφική μεταβολή υπήρξε άμεση και εμφανής.

Οι συγκεντρωμένοι περί το ανάκτορο τεχνίτες, παραγωγοί και έμποροι αποδεσμεύονται από την οικονομική και διοικητική εξάρτηση, διασκορπίζονται σε νησιά και άλλα επίκαιρα σημεία και φροντίζουν, μόνοι τους πια, τη διάθεση των προϊόντων τους.

Ο πληθυσμός των Αθηνών αραιώνει, τα σπίτια που είχαν συγκεντρωθεί στη ΒΑ άνοδο εγκαταλείπονται και οι κάτοικοι διασκορπίζονται ακόμα και μέσα στο πόλισμα Η βόρεια κρήνη χρησιμοποιείται για λίγα χρόνια ακόμα, αλλά όλα τα κατάλοιπα και ευρήματα μαρτυρούν τη γενική πτώση της ποιότητας.
Στο νεκροταφείο της Αγοράς και στο Δυτικό γίνονται ελάχιστες ταφές, ενώ μια άλλη ταφή εντοπίζεται στον Κεραμεικό. Εκεί θα αρχίσει να σχηματίζεται ο πρώτος πυρήνας του νεκροταφείου που θα εξελιχθεί κατά τους ιστορικούς χρόνους στο κύριο νεκροταφείο της πόλεως των Αθηνών. Πάντως ο άρχων παραμένει στην ακρόπολη και συμπληρώνει την εγκατάστασή του με λίγα ακόμα σπίτια νοτίως του Παρθενώνος.

Αυτοί οι τελευταίοι Αχαιοί με τα πενιχρά μέσα τους και τις περιορισμένες δυνατότητες σώζουν την πόλη από την τέλεια ερήμωση και μετά τα σύντομα Υπομυκηναϊκά χρόνια αι Αθήναι εισέρχονται στην Ιστορική περίοδο που ανέδειξε την πόλη σε κοιτίδα του πολιτισμού. Μαρία Παντελίδου – Γκόφα Αναπ. Καθηγήτρια, Τομέας Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Μικρογραφία οκτώσχημης ασπίδας (από ελεφαντόδοντο) η οποία συνέχισε να χρησιμοποιείται τη συγκεκριμένη περίοδο αλλά σε αρκετά μικρότερο μέγεθος. Λίγο αργότερα μετεξελίχθηκε στην ασπίδα Διπύλου της Γεωμετρικής εποχής και στις βοιωτικές ασπίδες της Αρχαϊκής (Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο).

Μετά τη μυκηναϊκή κατάρρευση,(Σ.Ε.Δ. Κατά τη περιοδική μυκηναϊκή κατάρρευση) οι Αθηναίοι/Αττικοί αντιμετώπισαν την επίθεση των Βορειοδυτικών Ελλήνων (γνωστών γενικά ως «Δωριέων»). Η ανατολική Αττική ήταν σχεδόν η μόνη νοτιοελλαδική ηπειρωτική περιοχή (μαζί με την Αρκαδία) στην οποία αποκρούσθηκαν οι νεοφερμένοι, χαρακτηριζόμενη από τους αρχαιολόγους ως η «Κιβωτός όλης της Ελλάδας».

Τότε ο πληθυσμός της ενισχύθηκε σημαντικά από τους Ίωνες πρόσφυγες από τη βόρεια Πελοπόννησο, οι οποίοι συνέστησαν ένα ποσοστό του πληθυσμού της (και όχι την πλειοψηφία του, όπως θεωρείται συνήθως και εσφαλμένα).

Η Μυκηναϊκή Ακρόπολη από βορειοδυτικά. Διακρίνεται το κυκλώπειο Πελαργικόν τείχος και το ανάκτορο.

Η απόκρουση της δωρικής εισβολής μάλλον λίγο μετά το 1000 π.Χ. είναι μία μεγάλη και ευρέως λησμονημένη νίκη του αθηναϊκού/αττικού στρατού, ο οποίος είχε ενισχυθεί με Ίωνες, Αχαιούς, Μινύες, Τροιζήνιους και άλλους μάχιμους πρόσφυγες. Οι Δωριείς που επιτέθηκαν στην Αττική (προερχόμενοι από τις Κορινθία, Μεγαρίδα, Αργολίδα και Μεσσηνία) κατέλαβαν το Θριάσιο πεδίο και κατέστρεψαν την Ελευσίνα, αλλά αποκρούσθηκαν από τους Αθηναίους και εκκένωσαν την Αττική καταλήγοντας αργότερα στην Κρήτη.

Η εισβολή των Πελοποννήσιων Δωριέων στην Αττική (λίγο μετά το 1.000 π.Χ.) κατέστρεψε την Ελευσίνα, μία παράδοση που επιβεβαιώνεται από την αρχαιολογία. Το Θριάσιο πεδίο, η πολιτική χώρα της Ελευσίνας, έμεινε ακατοίκητο για μεγάλο διάστημα ενώ οι κάτοικοι του είναι βέβαιο πως είχαν καταφύγει στην ανατολική Αττική. Η ανατολική Αττική είχε καταστεί το προπύργιο της αντίστασης στους Δωριείς και πριν την έλευση τους, υπήρξε η «Κιβωτός όλης της Ελλάδας» όπως έχει χαρακτηρισθεί από τους αρχαιολόγους, όντας το μόνο σχεδόν ασφαλές έδαφος στην ηπειρωτική χώρα εν μέσω των αναστατώσεων που επέφερε η πολιτικοοικονομική κατάρρευση του Ανατολικομεσογειακού κόσμου (12ος αι.).

Η δυτική Αττική (το Θριάσιο και τα λίγα περιβάλλοντα εδάφη) εκκενώθηκε επειδή γεωστρατηγικά δεν μπορεί να προστατευθεί αποτελεσματικά έναντι εχθρών που προωθούνται από τα δυτικά (οι Δωριείς εν προκειμένω) λόγω της γεωμορφολογίας της. Η μόνη υπερασπίσιμη γραμμή άμυνας είναι εκείνη που διατρέχει την Πάρνηθα και το όρος Αιγάλεω (σύνορα ανατολικής και δυτικής Αττικής), όπως απέδειξε και η μεταγενέστερη κατασκευή ενός αμυντικού τειχίσματος κοντά στο σύγχρονο Δαφνί από τους Κλασικούς Αθηναίους.
 Όταν οι Αττικοί και οι πρόσφυγες (Ίωνες, Αχαιοί, Τροιζήνιοι κ.ά.) που είχαν καταφύγει στην Αττική νίκησαν τους Δωριείς εισβολείς, οι Ελευσίνιοι επέστρεψαν στο Θριάσιο ενώ οι περισσότεροι πρόσφυγες προωθήθηκαν στα νησιά του Αιγαίου και στη Μικρά Ασία. Τότε η Ελευσίνα ανέκτησε την ανεξαρτησία της, προφανώς λόγω της αθηναϊκής εξασθένησης από τη δωρική επίθεση.

Η Ελευσίνα παρέμεινε ανεξάρτητη έως τον 7ο αι. π.Χ., όταν προσαρτήθηκε οριστικά στο αθηναϊκό κράτος (με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα κατά την Κλασική εποχή). Η επίθεση των Δωριέων εναντίον της Αττικής αντικατοπτρίζεται στον μύθο του βασιλιά Κόδρου.

O τελευταίος βασιλιάς της Αθήνας o Κόδρος ήταν γιος του Μέλανθου του ιδρυτή της δυναστείας των Μεδοντίδων, απόγονος του Δευκαλίωνα και του Έλληνα. Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση ο Κόδρος ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της Αθήνας. Κατά την διάρκεια της βασιλείας του Κόδρου, οι Δωριείς στη Πελοπόννησο περνούσαν μια εποχή ξηρασίας και προσπαθώντας να βρουν διέξοδο αποφάσισαν να καταλάβουν την ευημερούσα Αττική. Μια ισχυρή δωρική δύναμη υπό την αρχηγία του Αλήτη από την Κόρινθο και του Αλθαιμένη από το Άργος, εισέβαλλε στην Αττική. Πριν εκστρατεύσουν είχαν ζητήσει χρησμό από το μαντείο των Δελφών που τους είχε προφητεύσει ότι θα καταλάμβαναν την Αθήνα αρκεί να μη σκότωναν το βασιλιά της. Κάποιος Κλεόμαντις από τους Δελφούς είπε τα σχετικά νέα στους Αθηναίους. Ο Κόδρος αποφάσισε να θυσιαστεί. Μεταμφιέσθηκε σε χωρικό, ντύθηκε με μερικά κουρέλια και κάνοντας πως μαζεύει ξύλα πλησίασε το στρατόπεδο των Δωριαίων.

Ελληνικά χάλκινα εγχειρίδια της Μυκηναϊκής εποχής
από την Ελευσίνα – Αρχ. Μουσείο Ελευσίνας.

Εκεί δημιούργησε ένα επεισόδιο με δύο στρατιώτες, κατάφερε και σκότωσε τον ένα με το δρεπάνι που κρατούσε αλλά ο άλλος τον σκότωσε Οι Αθηναίοι έστειλαν κήρυκα στο στρατόπεδο των Δωριέων ζητώντας τον νεκρό βασιλιά για να τον θάψουν.

Όταν οι Δωριείς κατάλαβαν τι είχε συμβεί, έφυγαν από την Αθήνα και αποσύρθηκαν στη Μεγαρίδα. Στον Κλεόμαντι και στους απογόνους του οι Αθηναίοι παραχώρησαν παντοτινή σίτιση στο Πρυτανείο.Αυτή η παράδοση για πολλούς ιστορικούς συνδέεται με τις μετακινήσεις των ελληνικών φύλων τον 11 αιώνα π.χ αλλά και με την κατάργηση του θεσμού της βασιλείας και της συγκεντρωτικής εξουσίας όπως είχε διαμορφωθεί στα μυκηναϊκά χρόνια.

Όπως και η παράδοση της διαδοχής του Κόδρου από τους γιους του συνδέεται με τη μετανάστευση των Ιώνων στη Μικρά Ασία. Μετά τον θάνατο του Κόδρου, οι γιοι του Μέδων και Νηλεύς, μάλωσαν για την διαδοχή και λύση πάλι την έδωσε το μαντείο των Δελφών. Ο Μέδων έγινε ισόβιος αιρετός άρχοντας της Αθήνας, ενώ ο Νηλεύς επικεφαλής Αθηναίων, Θηβαίων και άλλων ίδρυσαν την Μίλητο μια από τις πιο σπουδαίες Ιωνικές πόλεις στην απέναντι ακτή του Αιγαίου. 
Στα χρόνια της Αθηναϊκής δημοκρατίας, από τους άρχοντες τρεις είχαν ξεχωριστούς τίτλους, ο άρχων Επώνυμος, από το όνομα του οποίου έπαιρνε το όνομα η χρονιά , ο άρχων Βασιλεύς και ο άρχων Πολέμαρχος. Οι άλλοι έξι είχαν το τίτλο του νομοθέτη. Η παράδοση για το βασιλιά Κόδρο ήταν πολύ σημαντική για τους Αθηναίους.

Σύμφωνα με τον Παυσανία (Ι, 10,1)Μετά τη νίκη του Μαραθώνα ανάμεσα σε άλλα αφιερώματα που έστειλαν στους Δελφούς ήταν και ένα άγαλμα του Κόδρου, έργο του Φειδία. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι ακόμη και στην εποχή του, οι Αθηναίοι έδειχναν το μέρος στην περιοχή του Ιλισού που είχε σκοτωθεί ο Κόδρος. στη δεξιά όχθη του Ιλισού, όχι μακριά από μία από τις πύλες των αρχαίων Αθηνών (Παυσανίας Α, 19,5).

Εδώ βρισκόταν ίσως και το ιερό του ηρωικού βασιλιά, που μας είναι γνωστό από επιγραφή του 418 π.Χ.. Ο τάφος όμως του Κόδρου βρισκόταν κάτω από την Ακρόπολη, όπως μαρτυρεί επιτύμβια επιγραφή του 2ου αιώνα μ.Χ. που ανακαλύφθηκε στους ανατολικούς πρόποδες του «ιερού βράχου».

Υπάρχει ένα περίφημο αγγείο, η επονομαζόμενη Κύλικα του Κόδρου, που φυλάσσεται
στη Μπολόνια, στο οποίο εικονίζεται ο Κόδρος νεαρός, εξοπλισμένος για μάχη,
να αποχαιρετά τον Αίνετο.

ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΟΥΣΗΣ

Η σημασία της απόκρουσης της δωρικής εισβολής είχε το ίδιο ειδικό βάρος για την Ιστορία της Αθήνας, με εκείνο της αθηναϊκής νίκης στον Μαραθώνα (490 π.Χ.), επειδή απέτρεψε οριστικά το ενδεχόμενο να καταστεί η Αττική δωρικό έδαφος.

Η πολιτική, κοινωνική, οικονομική, πνευματική και τεχνολογική εξέλιξη μίας υποθετικής δωρικής Αθήνας, θα ήταν πιθανώς πολύ διαφορετική από τη γνωστή, με προφανείς κοσμοϊστορικές συνέπειες για την ανθρώπινη Ιστορία (κυρίως για τον παγκόσμιο πολιτισμό). Μία δωρική Αθήνα μάλλον θα εξελισσόταν σε μία πόλη περιορισμένης σημασίας, στην περιφέρεια του δωρικού κόσμου, που θα ζούσε στη σκιά των μεγάλων δωρικών δυνάμεων Άργους, Σπάρτης, Κορίνθου και της συγγενικής τους εθνολογικά Θήβας.

Με την κάθοδο των Δωριέων γύρω στο 1.100 π.Χ. το Άργος γίνεται από τις πρώτες πόλεις της Πελοποννήσου που περνούν στην εξουσία των Δωριέων. Με κέντρο το Άργος οι Δωριείς εξαπλώνονται σταδιακά στην γύρω περιοχή και καταστρέφουν τα παλαιότερα Μυκηναϊκά κέντρα,εκτοπίζοντας τους προγενέστερους κατοίκους της περιοχής, Αχαιούς, Ίωνες και Δρύοπες. Το Άργος μαζί με την Σπάρτη, την Κόρινθο, τα Μέγαρα και την Μεσσήνη ήταν από τα ισχυρά δωρικά κέντρα της νότιας Ελλάδας.

Οι Δωριείς του Άργους καταλαμβάνουν μία μεγάλη περιοχή από την Κυνουρία μέχρι την Αίγινα, ενώ με αφετηρία την Αργολίδα αποικίζουν την Ρόδο, ιδρύοντας την Λίνδο και τις νότιες Κυκλάδες. Πρώτος βασιλιάς του Άργους μετά την κάθοδο των Δωριέων αναφέρεται ο Τήμενος ή Τέμενος, ο οποίος ίδρυσε την δυναστεία των Τημενιδών. Με τους Δωριείς φαίνεται να ξεκίνησε στο Άργος και η λατρεία της Ήρας. Από εκείνη την περίοδο Αργείοι αποκαλούνταν πλέον οι Δωριείς κάτοικοι του Άργους. Ιωάννης Κ. Μπίμπης, «Αργολικά Παλαμήδης».

Επίσης το πιθανότερο είναι ότι θα ιδρύονταν περισσότερα από ένα, δύο ή περισσότερα δωρικά κράτη στην Αττική, επειδή έχουμε τα ιστορικά παράλληλα της Αργολίδας, της Λακωνίας (όπου αρχικά υπήρχαν δύο δωρικά κράτη) και της Βοιωτίας. Έτσι η Αθήνα θα ήταν ακόμη πιο αποδυναμωμένη. Το πιθανότερο είναι ότι οι υποθετικοί Δωριείς κατακτητές της Ελευσίνας, της Παλλήνης, του Μαραθώνα, της Βραυρώνας και ίσως μερικών ακόμη πόλεων θα ήταν ανεξάρτητοι από τη Δωρική Αθήνα.

Μυκηναϊκά αγγεία του 1200-1300 π.Χ. από την Βάρκιζα – Έχουν σχέδιο το χαρακτηριστικό σχηματοποιημένο κοχύλι πορφύρας, είναι ένας υψίπους κύλιξ και ένας δίωτος σκύφος. Ε.Α.Μ.

Μία σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο μεγάλες αθηναϊκές νίκες του 1000 π.Χ. και του 490 π.Χ. (με χρονική διαφορά πέντε αιώνων) ήταν ότι οι Δωριείς εισβολείς στο Θριάσιο ήταν Έλληνες, ενώ οι εισβολείς στον Μαραθώνα ήταν βάρβαροι.

Οι Δωριείς ανέπτυξαν κατά την Κλασσική περίοδο έναν σπουδαίο πολιτισμό, ο οποίος όμως υστερούσε έναντι του κλασσικού Αθηναϊκού σύμφωνα με την άποψη των περισσοτέρων ερευνητών και ιστορικών, Ελλήνων και μη-Ελλήνων. Ωστόσο η άποψη του συγγραφέα αυτού του άρθρου σχετικά με αυτή την «υστέρηση» είναι τελείως διαφορετική αλλά αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα με το οποίο θα ασχοληθώ σε μελλοντικό άρθρο.

Περικνημίδες Έλληνα πολεμιστή από τις αρχές του 12ου αιώνα – Κεφαλόρυσο, Πόρτες Αχαϊας.

Από τα προαναφερόμενα διαφαίνεται η αποφασιστική σημασία της αθηναϊκής νίκης επί των Δωριέων όχι μόνο για την Ελληνική αλλά για την Παγκόσμια Ιστορία. Πρόκειται πραγματικά για έναν “άλλο Μαραθώνα” πέντε αιώνες πριν τη γνωστή μάχη του Μαραθώνα, αλλά αυτή τη φορά στη Δυτική Αττική. Και όμως προς έκπληξη του γράφοντος και υποθέτω και αρκετών ακόμη ασχολουμένων με την Ελληνική ιστορία, αυτή η ιστορική νίκη παραμένει λησμονημένη και περνά σχεδόν απαρατήρητη.

Σχετικά με την τοποθεσία της μάχης, το πιθανότερο είναι ότι δόθηκε είτε στο γεωφυσικό στενό κοντά στο σύγχρονο Δαφνί ή στο Θριάσιο Πεδίο αν οι Αττικοί/Αθηναίοι αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς σε ανοικτό χώρο. Τέλος, σχετικά με τον αθηναϊκό στρατό της ευρύτερης Γεωμετρικής περιόδου (11ος-8ος αι. π.Χ.) ο οποίος στις Αρχές της πέτυχε τη νίκη επί των Δωριέων, εκείνος ακολουθούσε τα κοινά νοτιοελλαδικά πρότυπα οπλοσκευής, με τη χρήση υστερομυκηναϊκών κωδωνοειδών θωράκων, κωνόσχημων περικεφαλαίων «Κέγκελ» (Kegelhelm), πρωτοκορινθιακών κ.ά.

Έλληνες Οπλίτες του 725 π.Χ.

Οι ασπίδες ήταν συνήθως Ύστερου οκτώσχημου τύπου μικρού μεγέθους, τύπου Διπύλου (ονοματισμένος από την ομώνυμη αθηναϊκή πύλη), «Χέρτσπρουνγκ» (Herzsprung, κυρίως για τους ευγενείς) κ.ά., τα ξίφη και τα δόρατα ανήκαν σε διάφορους τύπους της Γεωμετρικής, κτλ. Το άρμα δεν ήταν πλέον Όπλο κρούσης αλλά κυρίως ένα μεταφορικό μέσο για τους ευγενείς. Παρόμοια ήταν η οπλοσκευή των Δωριέων αντιπάλων τους.

Οι Αθηναϊκοί μύθοι και παραδόσεις αποτέλεσαν επί αιώνες την πνευματική κληρονομιά του πληθυσμού και σε αυτήν οι Αθηναίοι αναγνώρισαν την πρώτη Ιστορία τους. Οι παραδόσεις αναφέρονται σε συγκεκριμένα πρόσωπα, βασιλείς και ήρωες, που διάφορα περιστατικά της ζωής τους συνδέονται με γεγονότα ή σημεία της περιοχής. Η νεότερη έρευνα επανειλημμένα προσπάθησε να εντοπίσει τον ιστορικό πυρήνα που κρύβεται μέσα τους και να τον διαχωρίσει από τα μυθικά και άλλα πρόσθετα περιστατικά.

Η ταύτιση των τοπογραφικών στοιχείων του μύθου με συγκεκριμένα σημεία της περιοχής δεν είναι πάντοτε εύκολη. Τώρα όμως που έχουμε την εικόνα των Αθηνών σχηματισμένη από τα κατά χώραν ευρήματα, ας εξετάσουμε τη σχέση που μπορεί να έχουν οι μυθικές παραδόσεις των Αθηνών με τα γεγονότα και την τοπογραφία.Επάνω στον βράχο και μάλιστα γύρω στο Ερέχθειο είχαν συγκεντρωθεί κατά τους ιστορικούς χρόνους διάφορες λατρείες χθόνιας φύσεως, και οι τάφοι των δύο οικιστών της πόλεως, του Κέκροπος και του Ερεχθέως, που συνδέονται στενότατα με την πίστη των Αθηναίων για την αυτόχθονα καταγωγή τους. Συγκεκριμένα, ο τάφος του Κέκροπος ήταν κάτω από την πρόσταση των Κορών και δυτικότερα το τέμενος του Κέκροπος.

Ο Εριχθόνιος – μια μορφή νήπιου θεού που γεννήθηκε από τη Γη και ανατράφηκε από την Αθηνά – ταυτιζόταν συνήθως με τον Ερεχθέα, ιερό πρόσωπο και μυθικό βασιλέα, που είχε ενταφιασθεί μέσα στον μεταγενέστερο ναό του.

Συνήθως οι μελετητές θεωρούν ότι οι δύο τάφοι (Κέκροπος και Ερεχθέως) εντοπίζονται στο συγκεκριμένο σημείο λόγω της παλαιότητάς τους και της υπάρξεως του Μυκηναϊκού ανακτόρου. Όμως, όπως παρακολουθήσαμε, κατά την Πρωτοελλαδική και Μεσοελλαδική περίοδο, εκεί ακριβώς όπου κτίσθηκε το Ερέχθειο για λόγους καθαρά εδαφολογικούς (επειδή η πρόσβαση ήταν ευκολότερη) και είχε σχηματισθεί μικρός οικισμός.

Αθηναϊκές λόγχες από την μυκηναϊκή εποχή

Εξάλλου, πρέπει να σκεφθούμε ότι οι δύο τάφοι των οικιστών της πόλεως δεν μπορεί να εντοπίσθηκαν εκεί από την παράδοση την εποχή που υπήρχε ακόμα το Μυκηναϊκό ανάκτορο, ένα κτίσμα χρησιμοποιούμενο και γνωστό. Η δημιουργία του μύθου θα ξεκίνησε από παλαιότερα στοιχεία που δεν μπορούσαν ούτε οι ίδιοι να προσδιορίσουν χρονολογικά. Είναι λοιπόν λογικό να υποθέσουμε ότι περί το Ερέχθειο δεν θα υπήρχαν μόνο οι πέντε Μεσοελλαδικοί τάφοι που γνωρίζουμε, αλλά μερικοί ακόμα που αποκαλύφθηκαν στη Μυκηναϊκή εποχή, πολύ πιθανό κατά την κατασκευή των ανδήρων του ανακτόρου.

Το σχήμα και η μορφή τους έδειχνε ότι ήταν παλαιότεροι, ο τόπος ήταν έδρα του ηγεμόνα και φυσικό είναι να δημιουργήθηκε τελικά η εντύπωση ότι εκεί μέσα ήταν θαμμένοι οι αρχαίοι βασιλείς και οικιστές της πόλεως .Μαρία Παντελίδου – Γκόφα Αναπ. Καθηγήτρια, Τομέας Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΠΗΓΕΣ:

Περικλής Δεληγιάννης, Ιστορικός Ερευνητής: https://PERIKLISDELIGIANNIS.WORDPRESS.COM/

Άλλες Πηγές:

  • Επικουρική ιστορική και φωτογραφική επένδυση: ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝΑΣ.
  • Μαρία Παντελίδου – Γκόφα Αναπ. Καθηγήτρια, Τομέας Προϊστορικής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών.
  • WWW.EIE.GR
  • WWW.ACIENTATHENS3D.COM, απόδοση σε τρισδιάστατο σχέδιο Μυκηναϊκής Ακροπόλεως.
  • Ε.Α.Μ. – Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο – Αθηνών