Μενού Κλείσιμο

ΟΙ ΜΑΧΕΣ

Την εποχή όπου στο δυτικό τμήμα της Μεσογείου διεξαγόταν ο Β’ Καρχηδονικός Πόλεμος (218-201 π.Χ.), στο ανατολικό η Ελλάδα ζούσε τη φθορά του Συμμαχικού Πολέμου (220-217 π.Χ.) ανάμεσα στην Αχαϊκή και στην Αιτωλική Συμπολιτεία και αντιμετώπιζε τις επεκτατικές βλέψεις του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Ε’. Οι ελληνικές πόλεις-κράτη βρίσκονταν σε παρακμή. Οι Αθηναίοι είχαν εξελιχθεί σε κόλακες των ισχυρών, οι Αιτωλοί σε ληστές και τους Σπαρτιάτες κυβερνούσαν ηγέτες ο ένας χειρότερος από τον άλλον. Ο μόνος που θα μπορούσε να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της Ελλάδας ήταν ο Φίλιππος, ο οποίος ωστόσο δεν υπολόγισε σωστά τη ρωμαϊκή απειλή και αντί να συνάψει χρήσιμες συμμαχίες είδε τους Ρωμαίους ανταγωνιστικά: πρώτα εκστράτευσε εναντίον τους στην Ιλλυρία (Α’ Μακεδονικός Πόλεμος, 214 π.Χ.), μετά συμμάχησε με τον Αννίβα, έστω κι αν τελικά δεν προσέφερε την παραμικρή βοήθεια στον καρχηδόνιο στρατηλάτη στον αγώνα του εναντίον των Ρωμαίων. Παράλληλα ο Φίλιππος προσπάθησε να επεκτείνει τις κτήσεις του επιτιθέμενος στην Αίγυπτο, στην Πέργαμο, στη Ρόδο και σε διάφορες πόλεις της Μικράς Ασίας. Οσο για την Αθήνα, αυτή την καταλεηλάτησε. Με την επιθετικότητά του ο Φίλιππος δημιούργησε πολλούς εχθρούς οι οποίοι, στην επιθυμία τους να τον εξοντώσουν, έδωσαν την αφορμή στη Ρώμη να επιτεθεί όχι μόνο εναντίον της Μακεδονίας αλλά και εναντίον της Ελλάδας.

 

Ρωμαϊκή προστασία

Οι Ρωμαίοι μετά την ολοκληρωτική συντριβή της Καρχηδόνας γέμισαν αυτοπεποίθηση. Η Σύγκλητος, η οποία διαχειριζόταν τις υποθέσεις του κράτους με τις ξένες χώρες, επιθυμούσε να διευρύνει τα όρια της Ρώμης έστω κι αν κανείς ακόμη δεν οραματιζόταν τη δημιουργία μιας αυτοκρατορίας σαν του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Εκείνο που σίγουρα επιζητούσε η Ρώμη σε αυτή τη φάση ήταν να επεκτείνει την επιρροή της στην Ανατολή. Με αυτόν τον σκοπό έκανε σύμμαχό της την Αίγυπτο, το ασθενέστερο από τα τρία βασίλεια των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ούτως ώστε να μην την αφήσει βορά των άλλων δύο ισχυρών, δηλαδή της Συρίας και της Μακεδονίας.

Ο πιο επικίνδυνος ανταγωνιστής της Ρώμης ήταν σίγουρα η Μακεδονία επειδή ήταν στρατιωτικά ισχυρή και βρισκόταν σχετικά κοντά. Επομένως, όταν της δόθηκε η ευκαιρία να επιτεθεί στη Μακεδονία, η Ρώμη δεν την άφησε να πάει χαμένη. Στα τέλη του 201 π.Χ. η Αθήνα, η Ρόδος και η Πέργαμος έστειλαν αντιπροσωπεία στη ρωμαϊκή Σύγκλητο να παραπονεθούν για την επιθετικότητα των Μακεδόνων και να ζητήσουν προστασία. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι με το διάβημά τους οι ελληνικές αυτές πόλεις καλούσαν τη Ρώμη να επέμβει στα εσωτερικά του ελληνικού χώρου. Ετσι το 200 π.Χ. η Ρώμη, χωρίς να έχει ξεχάσει και τη συμμαχία του Φιλίππου με τον Αννίβα, του κήρυξε τον πόλεμο (Β’ Μακεδονικός Πόλεμος).

Ο κόσμος του Αιγαίου την αυγή του Δεύτερου Μακεδονικού Πολέμου (200 μ.Χ.).

Η μάχη στις Κυνός Κεφαλές

Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους Μακεδόνες και στους Ρωμαίους με τους συμμάχους τους κράτησαν σχεδόν τέσσερα χρόνια χωρίς ο Φίλιππος να καμφθεί τελειωτικά. Η μάχη που σήμανε και το τέλος του Β´ Μακεδονικού Πολέμου δόθηκε το 197 π.Χ. στις Κυνός Κεφαλές της Θεσσαλίας, κοντά στα Φάρσαλα, όπου οι λεγεωνάριοι του ύπατου Τίτου Κόιντου Φλαμινίνου κατατρόπωσαν την επί 200 χρόνια αήττητη μακεδονική φάλαγγα. Στην τοποθεσία δέσποζαν δύο απόκρημνοι βράχοι που το σχήμα τους θύμιζε κεφάλι σκύλου (κυνός), εξ ου και η ονομασία της. Ο Φίλιππος δεν είχε συμμάχους παρά μόνο τους πιστούς Ακαρνάνες. Ο βασιλιάς της Συρίας Αντίοχος Γ’, ο οποίος είχε υποσχεθεί βοήθεια, τελικά δεν την έστειλε διότι στο μεταξύ οι Ρωμαίοι τον είχαν πάρει και αυτόν με το μέρος τους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι προτού οι Ρωμαίοι νικήσουν στρατιωτικά τον Φίλιππο τον είχαν νικήσει διπλωματικά: Ο Φλαμινίνος εκτός από άριστος στρατηγός ήταν και εξαίρετος πολιτικός. Είχε τη φήμη του φιλέλληνα και καθώς μιλούσε πολύ καλά ελληνικά και γνώριζε τα ήθη και τα έθιμα των Ελλήνων κατόρθωσε να απογυμνώσει τον Φίλιππο από όλους τους έλληνες συμμάχους του με το δέλεαρ της ανεξαρτησίας τους από τους Μακεδόνες. Ετσι οι ελληνικές πόλεις έπεσαν στην παγίδα των Ρωμαίων: η κάθε πόλη μόνη της, χωρίς την προστασία της δυνατής ακόμη Μακεδονίας, γινόταν ευκολότερη λεία των Ρωμαίων.

Η μάχη των Κυνός Κεφαλών.
Με κόκκινο χρώμα σημειώνεται
ο ρωμαϊκός στρατός και με
μπλε ο μακεδονικός.

Το τείχος ραγίζει

Έτσι ένα πρωί του Ιουνίου του 197 π.Χ. οι δύο αντίπαλοι συναντήθηκαν στις Κυνός Κεφαλές. Ο Φίλιππος διέταξε την εμπροσθοφυλακή του να καταλάβει τις κορυφές των δύο λόφων. Την ίδια διαταγή είχαν και οι ανιχνευτές του στρατού του Φλαμινίνου. Αλλά καθώς η ομίχλη ήταν πυκνή οι δύο αντίπαλες ομάδες συγκρούστηκαν χωρίς να το καταλάβουν. Στη φάση αυτή νικητές ήταν οι Μακεδόνες. Καθώς όμως η μέρα προχωρούσε και η ομίχλη αραίωνε, ο Φλαμινίνος έστειλε εναντίον των Μακεδόνων 500 ιππείς και 2.000 πεζούς Αιτωλούς με αρχηγούς τον Αρχέδαμο και τον Ευπόλεμο. Τότε ο Φίλιππος αναγκάστηκε και αυτός να ρίξει και άλλους στρατιώτες στη μάχη και προς στιγμήν φάνηκε ότι οι Μακεδόνες πάλι νικούσαν αλλά τούτη τη φορά επρόκειτο για στρατηγικό τέχνασμα των Ρωμαίων. Ο Φλαμινίνος είχε δώσει διαταγή στους άνδρες του να υποχωρήσουν ούτως ώστε να παρασύρουν τη δυσκίνητη φάλαγγα των Μακεδόνων εκεί όπου το έδαφος ήταν ανώμαλο, οπότε δεν θα μπορούσε να παραμείνει το τείχος των φαλαγγιτών και των πελταστών αρραγές. Από το αριστερό πλευρό των Μακεδόνων οι Ρωμαίοι βρήκαν δίοδο και πέρασαν στο πίσω μέρος με αποτέλεσμα να τους περικυκλώσουν. Ο στρατός των 25.000 ανδρών του Φιλίππου κόπηκε στα δύο. Ταυτόχρονα ο Φλαμινίνος έριξε στη μάχη και ελέφαντες. Οι στρατιώτες του Φιλίππου τρόμαξαν και πανικόβλητοι σήκωσαν τις σάρισες (δόρατα) ψηλά δείχνοντας έτσι ότι παραδίνονται. Οι Ρωμαίοι όμως είτε δεν γνώριζαν είτε αγνόησαν το σήμα και αποδεκάτισαν τους Μακεδόνες.

Η ήττα του Φιλίππου στις Κυνός Κεφαλές ήταν βαριά. Εχασε 8.000 άνδρες, ενώ ο Φλαμινίνος μόνο 700. Οι Ρωμαίοι επίσης αιχμαλώτισαν 5.000 Μακεδόνες. Οι όροι της ειρήνης που υποχρεώθηκε να δεχθεί ο Φίλιππος ήταν πολύ βαρείς: να αποχωρήσει από όλες τις κτήσεις του στη Μικρά Ασία, στη Θράκη και στη Νότια Ελλάδα, να μη συνάπτει συμμαχίες ούτε να κηρύττει πολέμους χωρίς τη συγκατάθεση της Ρώμης, να καταβάλει αποζημίωση στους νικητές 1.000 τάλαντα και να παραδώσει όλους τους αιχμαλώτους και τους αυτόμολους καθώς και όλον του στον στόλο εκτός από έξι πλοία. Επίσης ο Φίλιππος αναγκάστηκε να παραδώσει ως όμηρο στους Ρωμαίους τον νεότερο από τους δύο γιους του, τον Δημήτριο.

Υπολείμματα του ρωμαϊκού στρατοπέδου στη Ζωοδόχο Πηγή.

Ο Περσεύς διαδέχεται τον Φίλιππο

Ανάγλυφο που απεικονίζει τον Περσέα (επάνω) σε επιτύμβια στήλη (Μουσείο του Λούβρου). Τετράδραχμο (κάτω) με την κεφαλή του Περσέως στη μία όψη και αετό στην άλλη, 171-168 π.Χ. Αν όμως ο Φίλιππος μισούσε τους Ρωμαίους, οι Ρωμαίοι δεν έτρεφαν ούτε αυτοί τα καλύτερα αισθήματα για τον μακεδόνα βασιλιά ούτε για τον διάδοχό του, τον Περσέα. Σύμφωνα μάλιστα με τη διαβρωτική εξωτερική πολιτική της η Ρώμη προετοίμαζε για διάδοχο της Μακεδονίας τον Δημήτριο, ο οποίος είχε εξελιχθεί σε πιστό φίλο της. Τα σχέδια αυτά της Ρώμης τα έμαθε ο Περσεύς και εξάπτοντας ακόμη περισσότερο το μίσος του πατέρα του εναντίον των Ρωμαίων τον έπεισε ότι ο Δημήτριος ήταν επικίνδυνος. Τότε ο Φίλιππος έβαλε να δηλητηριάσουν τον δεύτερο γιο του. Ετσι ο δρόμος του Περσέως για την ανάρρηση στον θρόνο της Μακεδονίας ήταν πλέον χωρίς εμπόδιο.

Ο Φίλιππος πέθανε το 179 π.Χ. Ο Περσεύς μαζί με τον θρόνο κληρονόμησε και το μίσος του πατέρα του για τους Ρωμαίους. Μόλις λοιπόν πήρε την εξουσία στα χέρια του άρχισε να προετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον της Ρώμης. Ηταν ωστόσο αρκετά πονηρός. Ωσπου να προετοιμαστεί για τον πόλεμο, όχι μόνο δεν έδειξε την έχθρα του προς τη Ρώμη, αλλά πέτυχε και την αναγνώρισή του ως νόμιμου διαδόχου του θρόνου της Μακεδονίας. Εξι χρόνια κράτησαν οι προετοιμασίες του Περσέως εναντίον των Ρωμαίων όχι μόνο σε στρατιωτικό, μα κυρίως σε διπλωματικό επίπεδο. Προσπάθησε δηλαδή να ξαναπάρει υπό την επιρροή του όλους εκείνους που είχε δυσαρεστήσει ο πατέρας του καθώς και όσους ήταν τώρα δυσαρεστημένοι με την πολιτική της Ρώμης στην Ελλάδα. Ωστόσο οι φήμες για τις ενέργειες του βασιλιά της Μακεδονίας έφθαναν κατά καιρούς στη Ρώμη και όταν ο βασιλιάς της Περγάμου Ευμένης Β’ έκανε την εμφάνισή του μπροστά στους ρωμαίους συγκλητικούς και κατηγόρησε ευθέως τον Περσέα, η Ρώμη πήρε την απόφαση να εκστρατεύσει εναντίον της Μακεδονίας.

 

Ο Γ’ Μακεδονικός Πόλεμος

Το φθινόπωρο του 172 π.Χ. ρωμαϊκά στρατεύματα πέρασαν από την Ιταλία στην Ελλάδα. Ο Περσεύς αντί να εκστρατεύσει αμέσως εναντίον τους συνέχιζε τις διαπραγματεύσεις για σύναψη μιας συνθήκης που του είχαν προτείνει οι Ρωμαίοι ρίχνοντάς του στάχτη στα μάτια. Στο μεταξύ οι ρωμαϊκές λεγεώνες προχωρούσαν ανενόχλητες προς την ενδοχώρα. Αλλά και όταν επιτέλους ο Περσεύς κατάλαβε τη σοβαρότητα της κατάστασης, αντί να βαδίσει εναντίον των ρωμαϊκών στρατευμάτων που αποβιβάζονταν στην Ιλλυρία και προχωρούσαν μέσα από τα δύσβατα στενά της ορεινής Ηπείρου, προτίμησε να στρατοπεδεύσει στο Κίτιον, κοντά στην Πέλλα.

Ετσι τα ρωμαϊκά στρατεύματα με αρχηγό τον ύπατο Πόπλιο Λικίνιο Κράσσο πέρασαν ανενόχλητα μέσα από την Ηπειρο και έφθασαν στη Θεσσαλία ως τη Λάρισα, όπου ενώθηκαν με τον στρατό που έστειλε για βοήθεια ο Ευμένης της Περγάμου. Η πρώτη σύγκρουση Ρωμαίων και Μακεδόνων έγινε στο Συκούριο και μολονότι ο ρωμαϊκός στρατός ήταν αριθμητικά σχεδόν ίσος με τον στρατό του Περσέως, οι στρατηγικές ικανότητες του Κράσσου φαίνεται ότι ήταν ανύπαρκτες και οι Ρωμαίοι ηττήθηκαν και μεγάλα τμήματα του στρατού τους διασκορπίστηκαν στους πέντε ανέμους.

 

Πλούσιος αλλά φιλάργυρος

Ούτε αυτή την ευκαιρία μπόρεσε όμως να εκμεταλλευθεί ο Περσεύς. Ενώ λογικά θα έπρεπε να καταδιώξει και να συντρίψει τον ρωμαϊκό στρατό και παράλληλα να εξεγείρει τις ελληνικές πόλεις-κράτη στα νώτα των Ρωμαίων, δεν το έκανε. Δεν το έκανε διότι θα χρειαζόταν να ξοδέψει αρκετά χρήματα και ενώ ήταν πάμπλουτος ήταν επίσης και υπερβολικά φιλάργυρος. Τσιγκουνεύτηκε να πληρώσει και άλλους στρατιώτες.

Η διορατικότητά του ήταν τόσο ανύπαρκτη ώστε δεν εκμεταλλεύτηκε ούτε την αγανάκτηση των Ελλήνων εναντίον των Ρωμαίων που προκάλεσαν οι αγριότητες του ναυάρχου Γάιου Λουκρητίου στη Θίσβη, στην Αλίαρτο και στην Κορώνεια και ο εξανδραποδισμός των κατοίκων τους. Ωστόσο, παρά την κοντόφθαλμη πολιτική του, ο Περσεύς, εκτός από μερικές μικρές ασήμαντες αποτυχίες, στο πεδίο της μάχης ουσιαστικά παρέμενε αήττητος.

Η ρωμαϊκή Σύγκλητος μελετώντας την κατάσταση αντικατέστησε τον Λικίνιο Κράσσο με τον ύπατο Αύλο Οστίλιο Μαγκίνο και τον ναύαρχο Γάιο Λουκρήτιο με τον Λεύκιο Ορτήσιο. Αλλά και αυτοί δεν φάνηκαν πολύ καλύτεροι των προηγουμένων. Ετσι ο Οστίλιος Μαγκίνος αντικαταστάθηκε, την άνοιξη του 169 π.Χ., από τον Κόιντο Μάρκιο Φίλιππο, ο οποίος κατόρθωσε μεν να εξαναγκάσει τους Μακεδόνες να εγκαταλείψουν τα στενά των Τεμπών αλλά δεν μπόρεσε να προχωρήσει πιο πέρα διότι συνάντησε σθεναρή αντίσταση στις όχθες του ποταμού Ενιπέα, στα νότια του Δίου.

 

Χρήσιμη η πείρα

Είχαν ήδη περάσει σχεδόν τρία χρόνια και η Μακεδονία αντιστεκόταν σθεναρά. Τότε η Σύγκλητος αποφάσισε να στείλει έναν από τους πιο άξιους στρατηγούς της Ρώμης, τον ύπατο Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο, ο οποίος ξεκίνησε για την Ελλάδα την άνοιξη του 168 π.Χ.

Ο Αιμίλιος Παύλος δεν ήταν πια νέος. Πλησίαζε τα 60 αλλά ήταν στρατηγός με μεγάλη πείρα. Ο στρατός που είχε στη διάθεσή του αριθμούσε 52.000 πεζούς και 4.500 ιππείς, ενώ ο μακεδονικός στρατός αποτελούνταν από περίπου 40.000 πεζούς και 4.000 ιππείς.

Ο Αιμίλιος Παύλος βρήκε το μακεδονικό στρατόπεδο εκεί όπου το είχε αφήσει ο προκάτοχός του, δηλαδή στους πρόποδες του Ολύμπου προς τη θάλασσα, πίσω από τον ποταμό Ενιπέα, και άρχισε αμέσως τις επιθέσεις εναντίον του. Γρήγορα όμως ο ρωμαίος στρατηγός κατάλαβε ότι ήταν αδύνατον να περάσει με τον στρατό του το ποτάμι. Συγκρότησε λοιπόν ένα απόσπασμα 8.000 ανδρών το οποίο κατόρθωσε να διασχίσει το ποτάμι από κάποιο πέρασμα και να βρεθεί στα νώτα των Μακεδόνων. Στο μεταξύ, για να μην αντιληφθούν οι Μακεδόνες τον στρατηγικό του ελιγμό, ο Αιμίλιος Παύλος συνέχιζε τις κατά μέτωπον επιθέσεις του.

 

Γνώση εναντίον δεισιδαιμονίας

Οταν ο Περσεύς αντιλήφθηκε ότι οι Ρωμαίοι πάνε να τον περικυκλώσουν αναγκάστηκε να υποχωρήσει προς την Πύδνα, στα βόρεια της σημερινής Κατερίνης. Ο ρωμαϊκός στρατός ακολούθησε τον Περσέα, ο οποίος είχε παρατάξει τον στρατό του στην πεδιάδα μπροστά από την πόλη της Πύδνας. Ο Περσεύς, μολονότι ήξερε ότι η τοποθεσία δεν ήταν ιδανική, αναγκάστηκε να ετοιμαστεί για τη μάχη.

Τη νύχτα της 21ης προς την 22α Ιουνίου του 168 π.Χ. έγινε έκλειψη σελήνης. Οι Μακεδόνες, βλέποντας ξαφνικά το φεγγάρι να χάνεται από τον ουρανό χωρίς να υπάρχουν σύννεφα, πανικοβλήθηκαν μπροστά σ’ αυτόν τον «κακό οιωνό». Το ίδιο συνέβη και στο ρωμαϊκό στρατόπεδο, μόνο που εκεί υπήρχε ο αστρονόμος Σουλπίκιος Γάλλος, ύπαρχος του Αιμιλίου Παύλου, ο οποίος εξήγησε στους στρατιώτες ότι δεν πρόκειται για οιωνό αλλά για φυσικό φαινόμενο. Ετσι οι Ρωμαίοι κοιμήθηκαν ήσυχοι ενώ οι Μακεδόνες παρακαλούσαν τους θεούς να μην τους καταστρέψουν.

 

Η τελική μάχη

Ξημερώνοντας η 22α Ιουνίου 168 π.Χ., οι προφυλακές και των δύο αντιπάλων συναντήθηκαν τυχαία εκεί όπου πότιζαν τα άλογα. Η σύγκρουση ήταν ξαφνική και ο μεν στρατός των Μακεδόνων ήταν έτοιμος να συνδράμει την εμπροσθοφυλακή του, οι Ρωμαίοι όμως ήταν εντελώς ανέτοιμοι. Αλλά ο στρατηγός τους, χωρίς ασπίδα και κράνος, έτρεχε από τη μια άκρη του στρατοπέδου του στην άλλη εμψυχώνοντας τους άνδρες του και διατάσσοντάς τους να ανασυνταχθούν και να παραταχθούν. Οι Μακεδόνες επιτέθηκαν με φοβερή ορμή. Η πεδιάδα άστραψε από τη λάμψη των όπλων τους φέρνοντας προς στιγμήν ταραχή ακόμη και τον πολύπειρο Αιμίλιο Παύλο. Η εμπροσθοφυλακή αλλά και οι λεγεώνες των Ρωμαίων αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Η μακεδονική φάλαγγα, βλέποντας τους Ρωμαίους να υποχωρούν, άρχισε να τους καταδιώκει και παρασύρθηκε εκεί όπου είχε στήσει την παγίδα του ο Αιμίλιος Παύλος, δηλαδή στο ανώμαλο έδαφος. Η μακεδονική φάλαγγα ήταν αποτελεσματική και αήττητη όσο μπορούσε να σχηματίζει με τις μεγάλες ασπίδες και τις περίφημες σάρισές της ένα απόρθητο τείχος. Σε ανώμαλο έδαφος, σε λόφους λόγου χάρη, οι στρατιώτες δεν μπορούσαν να παραμείνουν ο ένας δίπλα στον άλλον με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κενά. Από τα κενά αυτά μπήκαν οι Ρωμαίοι και, περισσότερο ευκίνητοι χάρη στον ελαφρό οπλισμό τους, αποδεκάτισαν τους Μακεδόνες. Οι Ρωμαίοι δηλαδή εφάρμοσαν την ίδια τακτική όπως κατά τη μάχη στις Κυνός Κεφαλές.

Ο μακεδονικός στρατός έπαθε πανωλεθρία. Η μάχη έληξε μέσα σε μία μόνο ώρα. Η καταστροφή των Μακεδόνων ήταν ολοκληρωτική. Είκοσι χιλιάδες στρατιώτες έπεσαν νεκροί στο πεδίο της μάχης και άλλες 11.000 συνελήφθησαν αιχμάλωτοι. Ο Γ’ Μακεδονικός Πόλεμος τελείωσε 15 μόλις ημέρες αφότου ο Αιμίλιος Παύλος είχε πατήσει το πόδι του στην Ελλάδα.

Βλέποντας ο Περσεύς την έκβαση της μάχης, κατόρθωσε να το σκάσει και να πάει να κρυφτεί στη Σαμοθράκη κουβαλώντας μαζί του και τον θησαυρό του, 6.000 τάλαντα. Δεν είχε όμως φίλους να τον προστατέψουν και τελικά αναγκάστηκε να παραδοθεί μαζί με την οικογένειά του στον ρωμαίο στρατηγό. Η συμπεριφορά του όμως ήταν τόσο δουλική ώστε ο Αιμίλιος Παύλος, βλέποντάς τον τόσο ταπεινωμένο, του είπε: «Γιατί λοιπόν υποβαθμίζεις τη νίκη μου και μειώνεις το κατόρθωμά μου παρουσιάζοντας τον εαυτό σου να μην είναι γενναίος ούτε άξιος αντίπαλος των Ρωμαίων; Η γενναιότητα αυτών που ατυχούν κερδίζει μεγάλο σεβασμό ακόμη και από τους εχθρούς τους, ενώ για τους Ρωμαίους η δειλία, ακόμη και στην καλοτυχία, είναι πέρα για πέρα ατιμωτική» (Πλούταρχος).

Το τέλος της γιορτής

Από το πλήθος των θησαυρών που μάζεψε ο Αιμίλιος Παύλος από την κατεστραμμένη Μακεδονία δεν κράτησε τίποτε απολύτως για τον εαυτό του, τα απέδωσε όλα στη Ρώμη. Ούτε άφησε τους στρατιώτες του να λαφυραγωγήσουν. Από την πλούσια βιβλιοθήκη των μακεδόνων βασιλέων, την οποία μετέφερε ολόκληρη στη Ρώμη, επέτρεψε απλώς στους γιους του, οι οποίοι αγαπούσαν τα γράμματα, να διαλέξουν μερικά βιβλία.

Προτού ο Αιμίλιος Παύλος φύγει από την Ελλάδα διοργάνωσε στην Αμφίπολη μεγάλη γιορτή στην οποία προσκάλεσε τους έλληνες βασιλείς της Ασίας, τους αρχηγούς της Ελλάδας καθώς και όλους τους εξέχοντες πολίτες των ελληνικών πόλεων. Στους αθλητικούς αγώνες που διοργανώθηκαν έλαβαν μέρος οι διασημότεροι αθλητές από την Ανατολή και από τη Δύση. Οι καλεσμένοι είχαν επίσης την ευκαιρία να θαυμάσουν έργα τέχνης και πολύτιμα αντικείμενα που ανήκαν στους μακεδόνες βασιλείς. Στο τέλος της γιορτής όλα τα όπλα των Μακεδόνων μαζεύτηκαν σε έναν μεγάλο σωρό και ο ίδιος ο Αιμίλιος Παύλος ακούμπησε τον δαυλό και τα παρέδωσε στην πυρά.

Ετσι τελείωσε η θαυμαστή ιστορία της Μακεδονίας παρασύροντας μαζί της και την υπόλοιπη Ελλάδα. Λίγα χρόνια αργότερα οι Ρωμαίοι θα πάψουν να παριστάνουν τους προστάτες των ελληνικών πόλεων και θα γίνουν στυγνοί κατακτητές.

Built with WordPress