Η Ήβη είναι θυγατέρα του Διός και της Ήρας και αδελφή του Άρεως, της Ειλειθυίας και του Ηφαίστου. Σύμφωνα με άλλη παράδοση όμως, η Ήρα δεν έσμιξε με τον Δία αλλά συνέλαβε την Ήβη με παράδοξο τρόπο, κάποτε ο Απόλλωνας την είχε καλέσει σε γεύμα κι εκείνη έφαγε άγρια μαρούλια και έμεινε έγκυος. Η Ήβη στην ελληνική μυθολογία παρουσιάζεται ως θεά της νεότητας και της ζωντάνιας.

Ένα απόσπασμα του Καλλίμαχου περιγράφει την Ήρα να κάνει μια γιορτή για να γιορτάσει την έβδομη ημέρα μετά τη γέννηση της κόρης της Ήβη. Οι θεοί έχουν μια φιλική διαμάχη για το ποιος θα δώσει το καλύτερο δώρο, με την Αθηνά, τον Ποσειδώνα, τον Απόλλωνα και τον Ήφαιστο να αναφέρονται σε διάφορα παιχνίδι, και ο Απόλλωνας σε τραγούδια.

(By David Monniaux – Own work, CC BY-SA 3.0)

Οι ασχολίες της Ήβης στον Όλυμπο, όπου εκεί διέμενε διαρκώς, ήταν να ετοιμάζει το άρμα της μητέρας της Ήρας στο οποίο έζευε τους ίππους, έντυνε με μεγαλοπρεπή ενδύματα τον αδελφό της Άρη, ετοίμαζε το λουτρό του και έπλενε τα ρούχα του. Ωστόσο, η κύρια φροντίδα της στον Όλυμπο ήταν αυτό της οινοχόου των αθανάτων (“…ΜΕΤΑ ΔΕ ΣΦΙΣΙ ΠΟΤΝΙΑ ΗΒΗ ΝΕΚΤΑΡ ΕΩΙΝΟΧΟΕΙ…” [Ιλ. Δ, 2-3]). Η Ήβη είχε επιρροή στην αιώνια νεότητα και την ικανότητα να επαναφέρει τη νεότητα στους θνητούς, μια δύναμη που δίνεται αποκλειστική σε αυτήν, καθώς στις Μεταμορφώσεις του Οβίδιου, ορισμένοι θεοί θρηνούν τους ευνοούμενους θνητούς τους που γερνούν. Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο τον Πρεσβύτερο, η Ήβη ήταν η νεότερη από τους θεούς. Ήταν υπεύθυνη να τους κρατήσει αιώνια νέους, και έτσι ήταν η πιο σεβαστή από αυτούς.

Ο ρόλος της να διασφαλίσει την αιώνια νεότητα των άλλων θεών ταιριάζει με τον ρόλο της να προσφέρει την αμβροσία, καθώς η λέξη αμβροσία έχει συνδεθεί με μια πιθανή πρωτοϊνδοευρωπαϊκή μετάφραση που σχετίζεται με την αθανασία, τον αθάνατο και τη δύναμη της ζωής. Η αποχώρηση της από αυτόν τον ρόλο οφειλόταν στον γάμο της με τον θεοποιημένο ήρωα Ηρακλή, σύμφωνα με τις κλασικές πηγές. Στην Ιλιάδα η ‘Ηβη υπηρετεί όλους τους θεούς στην παραδεισένια γιορτή τους, ενώ ο Γανυμήδης, «ο ωραιότερος όλων των θνητών», είναι κρασοχύτης μόνο στον Δία.

Στα συμπόσια των αθανάτων η Ήβη χορεύει μαζί με τις Χάριτες, τις Ώρες, την Αρμονία και την Αφροδίτη, ενώ ο Απόλλων παίζει κιθάρα και τραγουδάει μαζί με τις Μούσες. Όταν αποθεώθηκε ο Ηρακλής και ανέβηκε στον Όλυμπο, συμφιλιώθηκε με την Ήρα και ως έπαθλο των επίπονων αγώνων του (άθλων) αλλά και για επισφράγιση της φιλίας τους δόθηκε για σύζυγός του η Ήβη. Από την ένωσή της με τον Ηρακλή απέκτησε δύο γιους, τον Αλεξιάρη και τον Ανίκητο. Αν και τίποτα δεν είναι γνωστό για εκείνους πέρα από τα ονόματά τους, υπάρχει ένα απόσπασμα του Καλλίμαχου που κάνει αναφορά στην Ειλείθυια, την αδερφή της Ήβης και θεά του τοκετού, που τη φρόντιζε ενώ βρισκόταν στον τοκετό. Η Ήβη μετά από μεσολάβηση του Ηρακλέους πρόσφερε την αιώνια νεότητα στον ανιψιό του Ηρακλή, Ιόλαο.

Ήβη, Έρως, Ηρακλής και Υμέναιος.

Λατρεία

Η Ήβη είναι η προσωποποίηση της θηλυκής νεότητας η οποία βρίσκεται στην άνθηση και στην ακμή της. Η Ήβη είναι το αντίστοιχο θηλυκό αυτού του οποίου αντιπροσωπεύει ο Ηρακλής και γι’ αυτό το λόγο την παντρεύουν μαζί του. Βασικό χαρακτηριστικό της είναι το κάλλος και γι’ αυτό καλείται χρυσόθρονος, χρυσοστέφανος και χρυσοπέδιλος, λάμποντας μεταξύ των Θεαινών του Ολύμπου, όπως λάμπει ο χρυσός.

Η λατρεία της Ήβης ήταν συνδεδεμένη με αυτή της μητέρας της Ήρας, στους ναούς της οποίας φιλοξενούνταν και δικά της αγάλματα, αλλά προπάντων μαζί με το σύζυγό της Ηρακλή. Στην Αττική είχε δύο βωμούς, έναν στο Ηράκλειον του Κυνοσάργους και έναν σε άλλο δήμο της Αττικής (δίπλα στην Καλλιρρόη της Δομείας ή σ’ αυτόν των Αιξωνέων, που μνημονεύεται και ψήφισμα στο οποίο γίνεται λόγος για κοινή ιέρεια και κοινό άρχοντα της Ήβης και της Αλκμήνης), δίπλα στο βωμό των Ηρακλειδών και σ’ αυτόν της Αλκμήνης, της μητέρας του Ηρακλέους.

Σε κάποιες πόλεις της Ελλάδος λατρευόταν ως κύρια θεότητα, όπως στη Σικυώνα και στη Φλιούντα. Στη Σικυώνα λατρευόταν με το όνομα Δία, το οποίο συνδέεται με την Αφροδίτη, ως θυγατέρα του Διός και της Διώνης και με την Πανδία, θυγατέρα του Διός και της Σελήνης. Σ’ αυτή την περίπτωση είναι η Θεά της άνοιξης, όπως είναι η Αφροδίτη και η Κόρη. Επίσης, την προσφωνούσαν και με το επίθετο Βασίλεια. Στη Φλιούντα το ιερό της βρισκόταν στην ακρόπολη της πόλης, μέσα σε δάσος από κυπαρίσσια. Εκεί, την τιμούσαν οι παλαιότεροι με το όνομα Γανυμήδα και οι νεότεροι με το όνομα Ήβη (Παυσ. ΙΙ 13, 3-4).

Επίσης, στην ακρόπολη υπήρχε ιερός περίβολος της Δήμητρας και μέσα σ’ αυτόν ναός και άγαλμα της Δήμητρας και της Κόρης και στην κάτω πόλη υπήρχε Ιερό της Δήμητρας και καθισμένα αρχαϊκά αγάλματα (Ομ. Ιλ. Β. 571 – Στράβ. VIII, 382). Στο Ιερό της κατέφευγαν οι αιχμάλωτοι και δούλοι των Συκυωνίων που απελευθερώνονταν και κρεμούσαν στα κυπαρίσσια τα δεσμά τους.

Προς τιμήν της Ήβης, ως απελευθερώτριας Θεάς, τελούνταν και ετήσια γιορτή από τους απελεύθερους, που λέγονταν “κισσοτόμοι”, κατά την οποία έκοβαν κισσό και ανανέωναν το στεφάνι της Θεάς. Ο κισσός, ιερό φυτό του Διονύσου και η έλλειψη εικόνας της Θεάς, αλλά προπάντων ο μυστηριώδης χαρακτήρας της λατρείας της, γέννησε την υπόνοια ότι αυτή ήταν μία Θεά της διονυσιακής λατρείας, την οποία συνέδεαν με την Αριάδνη, εξαιτίας των κοινών συμβόλων αυτής με αυτά της Ήβης.

Αρχαία Τέχνη

Στην τέχνη, η Ήβη συνήθως απεικονίζεται φορώντας ένα αμάνικο φόρεμα, συνήθως απεικονιζόταν είτε με τον έναν είτε με τους δύο γονείς της, στη γαμήλια τελετή της ή με την Αφροδίτη.

Τα νομίσματα της Φλιούντας έφεραν την απεικόνιση της κεφαλής της Γανυμήδας – Ήβης, επίσης κατά πάσα πιθανότητα σ’ αυτήν ανήκει ένα πήλινο ειδώλιο γυμνής φτερωτής θεάς, που κρατά στο ένα χέρι πρόχουν και στο άλλο φιάλη και στο κεφάλι φοράει στεφάνι από φύλλα κισσού.

Η Ήβη είναι πιθανό να είναι μια από τις φτερωτές μορφές στο ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνα, καθώς η μορφή στέκεται ως συνοδός της Ήρας και βρίσκεται κοντά στον Δία και τον Άρη. Η φιγούρα θα μπορούσε επίσης να αντιπροσωπεύει την Ίρις ή τη Νίκη, αλλά τα συμφραζόμενα στοιχεία καθιστούν αναμφισβήτητα πιο πιθανή την ταύτιση ως Ήβη. Η απεικόνιση του Έρωτα με τη μητέρα του Αφροδίτη στην ίδια ζωφόρο έχουν εξισωθεί με τη θέση της Ήβης δίπλα στην Ήρα, καθώς η ομάδα φαίνεται να δίνει προσοχή στις νεαρές κοπέλες που πλησιάζουν από τη δεξιά πλευρά της ανατολικής ζωφόρου. Τα δύο ζευγάρια συνδέθηκαν με έρωτες και γάμους, κάτι που θα παρέπεμπε στις νεαρές κοπέλες που σύντομα θα παντρεύονταν. Μια άλλη πιθανή σύνδεση μεταξύ των ζευγαριών είναι ότι η Ήβη και ο Έρως απεικονίζονται ως παιδιά που εξακολουθούν να εξαρτώνται από τις μητέρες τους και ως αποτέλεσμα παραμένουν κοντά τους. Η ταύτιση της μορφής ως Ήβη θα είχε επίσης νόημα λόγω της εγγύτητας με τον Δία και τον Άρη, τον πατέρα και τον αδελφό της. Ο Άρης και η Ήβη εδώ αναπαρίστανται ως προϊόν ενός νόμιμου γάμου, ενισχύοντας τον ιερό γάμο μεταξύ του Δία και της Ήρας, ο οποίος δίνει ένα παράδειγμα γόνιμου γάμου με το θνητό ζευγάρι που φαίνεται στο κέντρο της ανατολικής ζωφόρου.

Στην τέχνη, συνήθως εμφανίζεται με τον πατέρα της με το πρόσχημα του αετού, να του προσφέρει συχνά ένα κύπελλο. Οι αετοί συνδέονταν με την αθανασία και υπήρχε μια λαογραφική πεποίθηση ότι ο αετός (όπως ο Φοίνικας) είχε την ικανότητα να ανανεώνεται σε μια νεανική κατάσταση.

Η Ήβη είναι πιθανό να είναι μια από τις φτερωτές μορφές στο ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνα, καθώς η μορφή στέκεται ως συνοδός της Ήρας και βρίσκεται κοντά στον Δία και τον Άρη. Η φιγούρα θα μπορούσε επίσης να αντιπροσωπεύει την Ίρις ή τη Νίκη, αλλά τα συμφραζόμενα στοιχεία καθιστούν αναμφισβήτητα πιο πιθανή την ταύτιση ως Ήβη. Η απεικόνιση του Έρωτα με τη μητέρα του Αφροδίτη στην ίδια ζωφόρο έχουν εξισωθεί με τη θέση της Ήβης δίπλα στην Ήρα, καθώς η ομάδα φαίνεται να δίνει προσοχή στις νεαρές κοπέλες που πλησιάζουν από τη δεξιά πλευρά της ανατολικής ζωφόρου. Τα δύο ζευγάρια συνδέθηκαν με έρωτες και γάμους, κάτι που θα παρέπεμπε στις νεαρές κοπέλες που σύντομα θα παντρεύονταν. Μια άλλη πιθανή σύνδεση μεταξύ των ζευγαριών είναι ότι η Ήβη και ο Έρως απεικονίζονται ως παιδιά που εξακολουθούν να εξαρτώνται από τις μητέρες τους και ως αποτέλεσμα παραμένουν κοντά τους. Η ταύτιση της μορφής ως Ήβη θα είχε επίσης νόημα λόγω της εγγύτητας με τον Δία και τον Άρη, τον πατέρα και τον αδελφό της. Ο Άρης και η Ήβη εδώ αναπαρίστανται ως προϊόν ενός νόμιμου γάμου, ενισχύοντας τον ιερό γάμο μεταξύ του Δία και της Ήρας, ο οποίος δίνει ένα παράδειγμα γόνιμου γάμου με το θνητό ζευγάρι που φαίνεται στο κέντρο της ανατολικής ζωφόρου.

Η Ήβη θεωρούνταν αφοσιωμένη στη μητέρα της Ήρα, γι’ αυτό δίπλα στο άγαλμα της μεγάλης Θεάς του Ολύμπου βρισκόταν συνήθως και το άγαλμα της ωραίας κόρης της, όπως στο Ηραίο του Άργους, όπου εκεί υπήρχε το χρυσελεφάντινο άγαλμά της, έργο του Ναυκύδους (Παυσ. ΙΙ 17,5), δίπλα σ’ εκείνο της μητέρας της. Επίσης, στη Μαντίνεια της Αρκαδίας δίπλα στο άγαλμα της μητέρας της εγείρονταν το δικό της, έργο του Πραξιτέλους. Σε ένα αγγείο, το οποίο έχει διακοσμηθεί με την αναπαράσταση του Πάριδος, ο οποίος κρίνει τις τρεις Θεές, η Ήβη βρίσκεται όρθια πίσω από τη μητέρα της που κάθεται και στηρίζεται οικεία πάνω στους ώμους της.

Ο γάμος της Ήβης και του Ηρακλέους υμνήθηκε από τους ποιητές και αναπαραστάθηκε πολλές φορές από τους καλλιτέχνες. Από αυτές τις αναπαραστάσεις μία από τις καλύτερες ήταν αυτή που αναφέρει ο Παυσανίας και βρισκόταν πάνω σε ένα βωμό από άργυρο, στο Ηραίο των Μυκηνών. Από αυτές τις αναπαραστάσεις διασώζονται δύο πάνω σε κάτοπτρα. Στη μία η Αθηνά παρουσιάζει τον Ηρακλή στην Ήβη ενώπιον του Δαφνηφόρου Απόλλωνος που κάθεται και της Αρτέμιδας που στέκεται όρθια και κρατά στα δύο δάκτυλά της δακτυλίδι. Η Ήβη, γυμνή, φοράει διάδημα και περιδέραιο. Στην άλλη, η Ήβη, γυμνή, προχωρεί προς τον Ηρακλή, ο οποίος κρατά το δεξί της χέρι. Σε ένα αγγείο απεικονίζεται να προπορεύεται μαζί με την Ήρα και την Αθηνά μπροστά από το άρμα του Ηρακλέους που εισερχόταν στον Όλυμπο θριαμβευτικά και στο κύπελλο του Όλτου και του Ευξιθέου, στη συνέλευση των Θεών στον Όλυμπο, η Ήβη απεικονίζεται καθισμένη κοντά στον Ερμή κρατώντας άνθος στο ένα χέρι και μήλο στο άλλο, σύμβολο της γονιμότητας του γάμου.

Ως θεά των νυφών, η Ήβη συχνά απεικονιζόταν σε σκηνές γάμου. Μια αξιοσημείωτη απεικόνιση της Ήβης προέρχεται από ένα αρχαϊκό αττικό μελανόμορφο δίον που χρονολογείται από το 580 – 570 π.Χ., το οποίο αποδίδεται στον Σόφιλο και φυλάσσεται στο Βρετανικό Μουσείο, και απεικονίζει την Ήβη ως μέρος μιας πομπής θεών που φθάνουν στο σπίτι του Πηλέα για να γιορτάσουν τον γάμος με τη Θέτιδα. Εδώ η Ήβη είναι η πιο εξέχουσα θεά στην πομπή, που εμφανίζεται μόνη και χωρίς μανδύα να καλύπτει τους ώμους της όπως οι περισσότερες από τις άλλες θεές που παρευρίσκονται. Φοράει ένα περίτεχνο φόρεμα με σχέδια ζώων και γεωμετρικά σχήματα και φοράει σκουλαρίκια. Τα μαλλιά της φαίνεται να είναι δεμένα με τρεις πλεξούδες φορεμένες στον ώμο της. Η εξέχουσα θέση της μπορεί να οφείλεται στη σχέση της με γιορτές, στο ότι είναι προστάτιδα των νυφών ή στο ότι ένας θνητός άνδρας παντρεύεται μια θεά, αναφέροντας τον δικό της γάμο με τον Ηρακλή.